Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακής Γ΄ Νηστειών - Σταυροπροσκυνήσεως,

Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακής Γ΄ Νηστειών - Σταυροπροσκυνήσεως, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά


Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακής Γ΄ Νηστειών - Σταυροπροσκυνήσεως, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά
ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ
(Μαρκ. 8, 34-38 καί 9,1)
1. Προετοιμασία γιά τήν ἀνάσταση

            Ἤλθαμε στήν Ἐκκλησία γιά παρακολουθήσουμε τήν Λειτουργία, νά προσευχηθοῦμε καί νά κοπιάσουμε γιά τήν ὠφέλεια καί τήν ἐνδυνάμωση τῆς ψυχῆς μας. Ὅπως τρῶμε γιά νά δυναμώνει τό σῶμα μας, ἔτσι ἔχουμε καί τήν ὑποχρέωση νά τρέφουμε καί νά δυναμώνουμε τήν ψυχή μας, μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, μέ τήν προσευχή καί μέ τήν παρακολούθηση τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.
            Εἴμαστε σέ μία περίοδο πού λέγεται «μεγάλη Σαρακοστή».
            Ὅλοι ξέρουμε, ὅτι τήν μεγάλη Σαρακοστή ἔχουμε ὑποχρέωση νά νηστεύσουμε περισσότερο ἀπό ἄλλες φορές, νά ἐξομολογηθοῦμε καί νά καθαριστοῦμε ἀπό τίς ἁμαρτίες μας, μέ τίς ὁποῖες μολύναμε τόν ἑαυτό μας. Ἰδιαίτερα μέ τήν Θεία Κοινωνία, καθαριζόμαστε ἀπό τίς ἁμαρτίες μας, τίς ὁποιεσδήποτε. Καί ἔτσι θά ἀξιωθοῦμε, ὅλοι μαζί, νά τελέσουμε τό ἅγιο Πάσχα, τήν ἁγία ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὄχι ἁπλῶς μέ χαρά, ἀλλά καί πνευματικά ἀναστημένοι. Ὅταν λέμε: «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασιν ζωήν χαρισάμενος», νά ἐννοοῦμε καί τόν ἑαυτό μας μέσα. Ὅτι δηλαδή εἴμαστε πεθαμένοι ἀπό τίς ἁμαρτίες μας, καί ὁ Χριστός μέ τή χάρη του καί μέ τό ἔλεός του, μέ τήν δύναμή του, μᾶς ἀνάστησε ἀπό τήν ἁμαρτία. Καί ἔτσι νά γιορτάσουμε τήν ἀνάσταση «ζωντανοί». Καί κρατώντας τό σύμβολο τῆς νίκης, τό φῶς, τό κερί τῆς ἀναστάσεως, νά δοξολογοῦμε τόν Χριστό, πού ἦλθε στόν κόσμο γιά μᾶς καί γιά τή σωτηρία μας.
2. Στά ἴχνη τοῦ ἀρχηγοῦ
            Τό πρῶτο βῆμα, λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, γιά τήν ἀνάσταση τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ νίκη ἐναντίον τῶν ἐπιθυμιῶν τοῦ σώματος, πού μᾶς τραβᾶνε στό θάνατο τῆς ψυχῆς. Γι' αὐτό τήν Μεγάλη Σαρακοστή νηστεύουμε καί ἀγωνιζόμαστε περισσότερο. Ὅσο πιό καλά, ὅσο πιό πολύ νηστεύει ἕνας ἄνθρωπος, τόσο πιό κερδισμένος εἶναι.
            Ἀλλά ἀδελφοί μου, τό ξέρουμε, τό καταλαβαίνουμε, δέν θέλει πολλή φιλοσοφία, γιά μᾶς πού εἴμαστε σαρκικοί, πού ζοῦμε μέ τήν σάρκα μας, δηλαδή μέ τό σῶμα μας, ἡ ἐγκράτεια καί ἡ νηστεία εἶναι κουραστική.
            Γι' αὐτό ἀκριβῶς, ἐπειδή κουράζει, οἱ ἅγιοι Πατέρες, θεόφωτοι καί θεοφώτιστοι ὅρισαν στή μέση τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς νά προσκυνοῦμε τόν τίμιο καί ζωοποιό Σταυρό. Γιά ποιό λόγο;
            Γιά νά παίρνουμε δύναμη καί παράδειγμα. Τί συμβολίζει ὁ Σταυρός; Τήν νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τῶν παθῶν καί τοῦ θανάτου. Γι' αὐτό λοιπόν προσκυνοῦμε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, στή μέση τῆς Σαρακοστῆς, γιά νά θυμηθοῦμε, νά τό βάλλουμε βαθειά μέσα στήν καρδιά μας, ὅτι ὁ Χριστός μέ ὅπλο τόν Σταυρό ἐνίκησε τόν θάνατο, τά πάθη καί τόν διάβολο. Καί νά μπορέσουμε καί ἐμεῖς, μ’ αὐτή τήν δύναμη τοῦ Σταυροῦ, τοῦ ζωοποιοῦ Σταυροῦ, τοῦ ὅπλου τοῦ Χριστοῦ, μέ αὐτόν καί ἐμεῖς ὅπλο, νά νικήσουμε τούς ἐχθρούς μας. Τόν διάβολο, τά πάθη, καί τόν θάνατο. Τόν θάνατο τῆς ψυχῆς μας, ἐξ αἰτίας τῶν παθῶν μας, τῶν ἁμαρτιῶν μας· πού φέρνουν τόν θάνατο.
            Κάποτε ἕνας μεγάλος βασιλιάς, ἄνθρωπος μέ ἀξίωμα μεγάλο, περπατοῦσε μέσα στά χιόνια μέ μερικούς δικούς του. Τότε δέν εἶχαν οὔτε γαλότσες οὔτε τίποτε. Περπατοῦσαν μισοξυπόλυτοι μέ κάτι πέδιλα τῆς παλαιᾶς ἐποχῆς καί κοκκάλιαζαν κυριολεκτικά τά πόδια τους. Ἔτσι οἱ ἄνθρωποι κάθε τόσο προσπαθοῦσαν νά σταθοῦν μέσα στά χιόνια, γιά νά τά τρίψουν λιγάκι τά πόδια τους νά ζεσταθοῦν.
            Ἕνας νεώτερος μάλιστα ἀπό τόν πόνο πού τοῦ προκαλοῦσε τό πάγωμα, ἀπό τά χιόνια ἄρχισε νά κλαίει κι’ ὅλας. Γυρίζει ὁ βασιλιάς καί τοῦ λέει:
            -Γιατί κλαῖς παιδί μου;
            -Πάγωσα, ἀφέντη, πάγωσα.
            -Κοίταξε νά σοῦ πῶ παιδί μου. Θά πηγαίνω μπροστά. Ἐσύ φρόντιζε νά πατᾶς ἀπάνω στά δικά μου ἴχνη, ἐκεῖ πού θἄχει ἀνοίξει τόπο τό πόδι τό δικό μου. Ἐκεῖ νά πατᾶς. Νά ζεσταθεῖς λιγάκι. Νά τόν ἔχω ζεστάνει ἐγώ λιγάκι πρῶτα τόν τόπο, μέ τό πόδι μου.
            Καί πραγματικά πηγαίνει μπροστά ἐκεῖνος καί ἀπό πίσω ἀκολουθεῖ, ὁ νεότερος, ὁ δοῦλος τοῦ βασιλιά. Πατάει στά ἴχνη του. Καί τό καταλαβαίνει ὅτι τό πόδι του κάπως ζεστάθηκε. «Γιά φαντάσου», λέει, «πῆρε ἐκεῖνος τό πολύ κρύο καί μοῦ ἄφησε τό λιγότερο. Καί ἐγώ πατάω στά ἴχνη του. Ἐκεῖνος πῆρε τό περισσότερο, ἐγώ τό λιγότερο».
            Προχωροῦν, προχωροῦν, καί μόνο πού σκεφτόταν ὅτι ὁ βασιλιάς πάταγε σέ πιό κρύο τόπο ἀπ'  ὅτι ὁ ἴδιος, ζεστάθηκε ψυχικά καί πῆρε θάρρος, δύναμη καί ὁρμή. Καί πέρασαν τά χιόνια γεμάτοι ἀπό γαλήνη καί ἀπό ἠρεμία.
            Ἐμεῖς, ἔχουμε μπροστάρη μας, ὁδηγό μας, πρωτοπόρο μας, τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. Ὁ Χριστός δέν εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ἁμαρτωλός σάν καί ἐμᾶς, πού ἄξιζε νά ὑποφέρει, ὅπως ἀξίζει καί πρέπει νά ὑποφέρουμε ἐμεῖς γιά νά καθαριστοῦμε ἀπό τά πάθη μας. Ἀλλά εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Πατρός τοῦ ἐπουρανίου. Ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα, ὁμόθρονος, ὁμόδοξος, παντοκράτωρ. Κατέβηκε στή γῆ, γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους. Καί γιά τήν «ἡμετέραν σωτηρίαν». Ὑπέφερε, γιά μᾶς. Κουράστηκε, γιά μᾶς. Ἔπαθε τά πάντα, γιά μᾶς. Σταυρώθηκε, γιά μᾶς. Μόνο γιά μᾶς καί γιά τή σωτηρία μας.
            Αὐτά, εἶναι τόσο πολλά καί μεγάλα, πού δέν μπορεῖ νά τά φαντασθεῖ ἀνθρώπου διάνοια. Καί ὁ Χριστός δέν τά ὑπέμεινε ἐπειδή ὁ ἴδιος ἔφταιγε, ἐξ αἰτίας του, ἀλλά μόνο γιά μᾶς. Νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τά πάθη μας, ἀπό τόν θάνατο πού φέρνουν τά πάθη μας, ἀπό τίς παγίδες τοῦ διαβόλου καί ἀπό τά ἔργα τοῦ διαβόλου. Καί ἀπό τό κατάντημα πού φέρνουν στόν ἄνθρωπο τά ἔργα τοῦ διαβόλου καί εἶναι ἡ αἰώνια καταδίκη καί ἡ αἰώνια κόλαση.
            Γιά σκεφθεῖτε το ἀδελφοί. Πόσο θάρρος παίρνομε, βλέποντας τό σύμβολο τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ μπροστά μας. «Χριστέ μου», λέμε, «τί εἶναι αὐτά πού ὑποφέρω ἐγώ; Καί προπαντός τί εἶναι αὐτό πού διαλέγω ἑκούσια ἐγώ, κάθε Σαρακοστή, ἤ ὅταν λέω, θά νηστέψω Τετάρτη καί Παρασκευή, γιά νά δοξάσω τά πάθη σου λίγο περισσότερο. Γιά νά σοῦ πῶ «εὐχαριστῶ» γιατί ἔπαθες, ἔγινες ἄνθρωπος γιά μᾶς καί σταυρώθηκες γιά μᾶς. Καί μάλιστα ὅταν μέ αὐτό τόν τρόπο σέ ἀκολουθῶ καί ἀνοίγω τόν δρόμο γιά τήν αἰώνια ζωή καί γιά τήν σωτηρία;»
            Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Ἄν ἀγωνιζόμαστε ἔτσι θά βρεθοῦμε μιά ἡμέρα κοντά του στήν αἰώνια ζωή.
3. Ποιός φτειάχνει τή ζωή του;
            Ἄς θυμηθοῦμε τώρα κάτι ἄλλο.
            Λέμε γιά ἕναν ἄνθρωπο: «αὐτός ἔφτειαξε τή ζωή του».
            Καί γιά ἕναν ἄλλο λέμε: «αὐτός τήν κατέστρεψε τή ζωή του. Τήν χάλασε τή ζωή του».
            Τί ἐννοοῦμε;
            Ἕνας ἄνθρωπος, ἀρχίζοντας τή ζωή του, ὅταν ἦταν παιδί καί νέος ἀντί νά φροντίζει νά ἀποκτήσει τί; Ὅπλα γιά τή ζωή του: εἰδικότητα, ἐπάγγελμα, μόρφωση. Τότε πού ἔπρεπε νά μαζεύει... αὐτός σκόρπαγε. Ποῦ σκόρπαγε; Στίς καφετέριες, στά παιχνίδια, στίς βόλτες... Στά σχολεῖα δέν πήγαινε, δέν διάβαζε. Στό τέλος τί ἔπαθε; Ἔμεινε πίσω!
            Καί ἄν μάλιστα φρόντιζε τόσο πολύ γιά τά γλέντια καί τήν καλοπέρασή του πού κατάντησε καί σέ ναρκωτικά, τότε «δέν ἔμεινε μόνο πίσω». Καταστράφηκε. Πόσοι δέν τήν παθαίνουν ἔτσι τήν σημερινή ἐποχή; Καί τί δυστυχίες καί τραγωδίες ἀκοῦμε κάθε τόσο ἀπό τά μέσα μαζικῆς ἐνημερώσεως. Ὅταν τίς ἀκοῦμε, κουνᾶμε τό κεφάλι καί λέμε: «αὐτός τήν κατέστρεψε τή ζωή του».
            Ὅταν ὅμως βλέπουμε ἕνα νέο πού προχωρεῖ μέ ἐνθουσιασμό στή ζωή, μελετάει, ἀγωνίζεται νά ἀποκτήσει ἐπάγγελμα καλό, τόν ἐκτιμᾶμε καί τόν ἀγαπᾶμε, λέμε: «Μπράβο του. Αὐτός θά τήν φτειάξει τή ζωή του». Καί ὅταν τόν βλέπουμε ἐπιτυχημένο, μέ περισσότερη ἱκανοποίηση συγχαίρουμε πατέρα καί μητέρα καί τούς δικούς του: «Μπράβο, μπράβο. Αὐτό εἶναι παιδί. Τήν ἔφτειαξε τή ζωή του. Θά φτειάξει καί τήν οἰκογένειά σας καλύτερα. Συγχαρητήρια».
            Τό ἴδιο μᾶς λέει καί ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός γιά τήν δική μας ζωή, τήν αἰώνια. Λέει:
            «Ὅποιος θέλει νά φτειάξει τή ζωή του στήν αἰώνια ζωή, θά τήν χαλάσει ἐδῶ. Καί ὅποιος θέλει νά φτειάξει τή ζωή του ἐδῶ, θά τήν χαλάσει τήν αἰώνια ζωή του».
            Ὅπως τήν παθαίνουν καί τά παιδιά.
            Ἀλλά ὅπως ὅλοι ξέρουμε, συμφέρει τό παιδί στά νειάτα του νά κουράζεται καί νά στενοχωρεῖται διαβάζοντας, κλεισμένο στό σπίτι καί καθισμένος στήν καρέκλα. Καί ἔχοντας τό βάσανο νά ἀκούει ὅλο συμβουλές ἀπό γονεῖς καί ἀπό δασκάλους. Ἀπό ἀρχιμαστόρους καί εἰδικούς πού συμβουλεύουν γιά ἕνα καλό ἐπάγγελμα. Τό συμφέρει, ἀντί νά παίζει, νά γλεντάει καί νά κάνει τρέλλες. Γιατί φτειάχνει τή ζωή του.
            Ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος πού ἀποφασίζει νά νηστεύει, νά προσεύχεται, νά κάνει καλά ἔργα, νά ἀποφεύγει τίς ἁμαρτίες, τά πάθη, τήν ὑποδούλωση στά πάθη, νά πηγαίνει στήν Ἐκκλησία καί νά ἀκούει καί αὐτούς τούς παγερούς καί βλοσυρούς, καμιά φορά, ἀνθρώπους πού λέγονται παπάδες καί διδάσκουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀληθινά κερδισμένος.
            Αὐτός χαλώντας τή ζωή του, τήν πρόσκαιρη, ἀφοῦ δέν τήν γλεντάει, φτειάχνει τήν αἰώνια ζωή.
            Ἀλλά ἐκεῖνος ὅμως πού προσπαθεῖ νά τήν γλεντήσει αὐτή τήν παρούσα ζωή, θά χαλάσει τήν αἰώνια ζωή, γιατί; Γιατί ἡ ἁμαρτία εἶναι ἀντίθετη στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί δέν ὁδηγεῖ στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στόν Παράδεισο.
            Εἶπε ὁ Χριστός: «Τί θά ὠφελήσει ἄνθρωπον», θυμηθεῖτε τό Εὐαγγέλιο πού διαβάσαμε σήμερα «ἄν κερδίσει τόν κόσμον ὅλον καί ζημιωθεῖ τήν ψυχή του; Τί θά δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα γιά τήν ψυχή του;» Πόσο τήν ἐκτιμᾶς τήν ψυχή σου;
            Ἕνα ἑκατομμύριο; Ἕνα χρόνο διασκέδαση; Δύο, τρία, πέντε; Καί ἡ αἰωνιότητα; Τί θά δώσει ἀντάλλαγμα ὁ ἄνθρωπος; Τί θά ὠφεληθεῖ, ἄν κερδίσει γιά μερικά χρόνια, ὅλο τόν κόσμο, ὄχι μόνο αὐτά τά λίγα πού μποροῦμε νά κερδίσομε, ἀλλά χάσει τήν ψυχή του στήν αἰώνια καταδίκη, στήν αἰώνια κόλαση;
4. Ὑπάρχει ἀντάλλαγμα γιά τό κεφάλι μας;
            Κάποτε ἦταν δυό πασάδες πού εἶχαν συνεχῶς γκρίνια μεταξύ τους. Καί μόνο κακό ἔκαναν ὁ ἕνας στόν ἄλλο. Ὅπου ἔβλεπαν ἄνθρωπο ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου, τοῦ ἔπαιρνε τό κεφάλι. Κάποια φορά, ὁ πιό εἰρηνικός ἀπό τά δυό αὐτά ἀγρίμια, σκέφθηκε νά στείλει μία ἀντιπροσωπία στόν ἄλλο καί νά τοῦ πεῖ:
            -Βρέ παιδάκι μου, ἀρκετά τό ρίξαμε στό ἔγκλημα καί στή διχόνοια. Νά ὁμονοήσουμε ἐπί τέλους, νά συμφιλιωθοῦμε, νά τελειώσει αὐτή ἡ κατάσταση.
            Λέει λοιπόν σ’ ἕναν ἄνθρωπό του:
            -Πήγαινε καί νά τοῦ πεῖς «νά συμφιλιωθοῦμε».
            -Πασά μου, καί ἄν δέν προφτάσω νά ἀνοίξω τό στόμα μου μπροστά σ’ αὐτό τό ἀγρίμι καί μοῦ τό κόψει τό κεφάλι; Τί θά γίνει; Πῶς θά πάω;
            Τοῦ λέει ὁ πασάς:
            -Κοίταξε ἐδῶ. Ἄν θά πᾶς καί σοῦ τό κόψει τό κεφάλι, ἐγώ νά τό ξέρεις, θά κόψω δέκα κεφάλια ἀπό τούς δικούς του.
            Τοῦ λέει ὁ ἄνθρωπος μέ παράπονο καί κουνώντας τό κεφάλι του:
            -Πασά μου, καί τί θά ὠφεληθῶ ἐγώ ἅμα σύ κόψεις δέκα κεφάλια ἀπό ἄλλους; Μήπως θά ταιριάξει κανένα στούς δικούς μου ὤμους; Καί θά ξανααποκτήσω ἐγώ ζωή;
            Τό ἴδιο πρέπει νά σκεφτόμαστε καί γιά τήν αἰώνια ζωή. Τί θά ὠφεληθοῦμε, ἅμα χάσουμε τήν αἰώνια ζωή; Τί θά «ταιργιάξει» ἐπάνω μας; Τί θά ἀντάλλαγμα θά βροῦμε; Κανένα. Ὅπως δέν βρίσκει ὁ ἄνθρωπος ἀνταλλακτικό γιά τό κεφάλι του, ὅταν τοῦ τό κόψουν καί δέν γίνεται οὔτε νά τό ξανακολλήσουν, ἔτσι δέν μπορεῖ νά δώσει κάτι ἀντάλλαγμα γιά τήν ψυχή του.
            Γι' αὐτό ὁ Χριστός εἶναι ὁ διδάσκαλος μας καί ὁ εὐεργέτης μας. Γιατί μᾶς ὑπενθυμίζει ἐκεῖνα πού ἀπό ἐξωστρέφεια, ζώντας μέσα σ’ αὐτόν τόν ὄμορφο κόσμο, τά ξεχνᾶμε. Τόν κόσμο, τόν γεμᾶτο ὡραῖα δένδρα, ἀκόμη πιό ὡραῖα λουλούδια, ὡραῖα καί γοητευτικά πράγματα... πού μᾶς τραβοῦν καί ξεχνᾶμε τό μεγαλύτερο καί τό οὐσιωδέστερο.
            Ἀλλά ὁ Χριστός μᾶς τό ὑπενθυμίζει. Καί ἡ Ἐκκλησία σάν σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί οἱ ἱερεῖς, δοῦλοι του, τό ὑπενθυμίζουν συνεχῶς. Καί ὅποιος αὐτό «τό οὐσιαστικό» τό βάζει στήν καρδιά του, ἔχει τήν σοφία τοῦ Θεοῦ, τήν γνώση τοῦ Θεοῦ, τήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ. Καί θά ἀποκτήσει τήν χαρά καί τήν εὐτυχία τοῦ Θεοῦ.
5. Προσοχή στίς συναλλαγές
            Κάποια φορά, ἕνας ἄνθρωπος, ἔψαχνε τό σπίτι του καί βρῆκε μιά παλιά εἰκόνα, στό προσκυνητάρι. Τήν κοίταζε, τήν κοίταζε, ἦταν σκωροφαγωμένη καί γεμάτη τρύπες ἀπό σκουλήκια. Ἔκανε τότε τήν σκέψη: «Χάλασε αὐτή ἡ εἰκόνα. Καί νά φαινόταν καί τίποτε; Δέν φαίνεται καί τίποτε. Τί νά τήν κάνω;». Καί ἔβγαλε τό συμπέρασμα. «Νά τήν πετάξω στή φωτιά. Νά τήν κάψω»
            Ἔτυχε νά εἶναι ἐκεῖ ἕνας ξένος. Τοῦ ἔδειξε τήν εἰκόνα καί τοῦ λέει:
            -Τί νά τό κάνω αὐτό «τό παλιό»;
            -Γιά νά τήν ἰδῶ, τοῦ λέει ἐκεῖνος.
            Τήν πῆρε, τήν ἔξυσε λιγάκι καί κατάλαβε πώς ἦταν παμπάλαια.
            -Μοῦ τήν δίνεις; τοῦ λέει.
            -Καί τό ρωτᾶς.
            -Θά σοῦ δώσω καί κάτι, τοῦ λέει ὁ ξένος.
            Τοῦ ἔδωσε λίγα χρήματα, πῆρε τήν εἰκόνα, δέκα αἰώνων παλαιά καί περισσότερο. Τήν ἔδωσε σέ κάποιο μουσεῖο καί τοῦ μέτρησαν ἕνα τεράστιο ποσό.
            Καί ὁ κακομοίρης ὁ φτωχός, δέν ἤξερε τήν ἀξία της. Παρολίγο νά τήν ρίξει στή φωτιά.
            Τό ἴδιο παθαίνουμε καί ἐμεῖς. Πετᾶμε στή φλόγα τῆς αἰώνιας κόλασης τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι λέει ἡ Ἁγία Γραφή τόν ἑαυτό μας. Εἴμαστε εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Καί τόν πετᾶμε στή «φωτιά», ἐπειδή δέν καταλάβαμε περί τίνος πρόκειται.
            Παθαίνουμε τό ἴδιο πού γράφει ἕνας ἐξερευνητής. Εἶχε πάει στήν Ἀφρική. Ἐκεῖ βρῆκε μερικά παιδάκια, πού παίζανε στόν ἄμμο μέ κάτι πέτρες πού γυάλιζαν.
            -Τί κάνετε ἐδῶ παιδάκια;
            -Παίζομε.
            -Τί εἶναι αὐτά πού παίζετε;
            -Πέτρες εἶναι, χαλίκια.
            Τά κοιτάζει ἐκεῖνος, δέν ἦταν χαλίκια, ἦταν διαμάντια. Τούς λέει λοιπόν ὁ παμπόνηρος εὐρωπαῖος.
            -Νά σᾶς δώσω κάτι ἄλλο νά παίζετε, μοῦ δίνετε αὐτά τά παλιοχάλικα;
            -Τί θά μᾶς δώσεις;
            Τούς ἔδωσε ἕνα καθρεφτάκι, μερικά στρατιωτάκια παιχνιδάκια γιά τά παιδάκια. Μιᾶς πεντάρας πράγματα. Χοροπήδησαν τά μικρά ἀπό τήν χαρά τους καί γέλαγαν, μέ τόν κουτόφραγκο, πού προτίμησε τά «παλιοχάλικα» καί τούς ἔδωσε τόσο «ὡραῖα πράγματα», ὅπως εἶναι τά καθρεφτάκια καί τά στρατιωτάκια.
            Ἔτσι μᾶς κάνει ὁ διάβολος. Μᾶς πετάει τό ψαροκόκκαλο, τρελλαινόμαστε σάν τήν γάτα νά τό ἁρπάξουμε καί χάνομε, μᾶς παίρνει τά «διαμάντια».
            Τί πρέπει νά κάνουμε;
            Νά ἐκτιμήσουμε αὐτό τό μεγάλο θησαυρό πού ἔχομε.
            Ὁ πρῶτος μας θησαυρός, εἶναι ὁ Χριστός. Ὁ διδάσκαλός μας.
            Ὁ δεύτερος θησαυρός του, εἶναι ἡ Ἐκκλησία μας. Ἡ ὁποία εἶναι ἵδρυμα τοῦ Χριστοῦ γιά τήν διδασκαλία καί τήν σωτηρία τοῦ κόσμου.
            Ὁ τρίτος θησαυρός, εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, τό σύμβολο τῆς Βασιλείας του. Τό ὅπλο καί ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ ἐναντίον τοῦ θανάτου, τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ διαβόλου.
            Καί ὁ ἄλλος θησαυρός εἶναι ὁ ἑαυτός μας. Ἡ ψυχή μας, ἡ αἰώνια ζωή.
            Ἄν τά ἐκτιμήσουμε αὐτά, θά τήν φτειάξουμε τή ζωή μας. Δέν θά τήν χαλάσουμε.
            Ὅταν τήν φτειάξουμε γίνεται χαρά στόν οὐρανό, γιατί ὁ Χριστός μᾶς ἀγαπάει. Ἀπό ἀγάπη σέ μᾶς ἦλθε στόν κόσμο. Καί ὅταν βλέπει ἄνθρωπο νά παίρνει τόν δρόμο τόν σωστό, ὁ Χριστός καί οἱ ἄγγελοι χαίρονται. Καί χαρά γίνεται «ἐν οὐρανῷ», στόν οὐρανό, ὅταν οἱ ἄνθρωποι βαδίζουν σωστά. Χαίρουν οἱ ἄγγελοι, ἐπειδή ξέρουν τί καταστροφή παθαίνει ὁ ἄνθρωπος μακρυά ἀπό τόν Χριστό, ὅπως χαίρει ὁ πατέρας ὅταν βλέπει τά παιδιά του νά πηγαίνουν καλά. Καί λυπᾶται ὅταν τά βλέπει νά γλεντοκοπᾶνε καί νά τά σπάζουν ὅλα, ἀλλά καταστρέφοντας τή ζωή τους.
            Εἴθε μέ τόν φωτισμό τοῦ Θεοῦ, μέ τήν εὐλογία καί μέ τήν δύναμη τοῦ Χριστοῦ καί μέ τό δικό μας προσωπικό ἀγώνα, ὁ καθένας ὅτι μπορεῖ, νά βαδίζουμε ὅλο καί πιό καλά στό δρόμο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.-
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,

ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία. Ἔγινε στά Φλάμπουρα στίς 17/3/1996
πηγη.zoiforos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου