Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς διαρκής Πεντηκοστή

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς διαρκής Πεντηκοστή
Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς




Ποιὸς εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός; Ποιὸς εἶναι σὲ Αὐτὸν ὁ Θεὸς καὶ ποιὸς ὁ ἄνθρωπος; Πῶς γνωρίζεται ὁ Θεὸς στὸν Θεάνθρωπο καὶ πῶς ὁ ἄνθρωπος; Τί ἐδώρησε σέ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους ὁ Θεὸς ἐν τῷ Θεανθρώπῳ; Ὅλα αὐτὰ τὰ φανερώνει σέ μᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ «Πνεῦμα τῆς ἀληθείας». Μᾶς ἀποκαλύπτει δηλαδὴ ὅλη τὴν ἀλήθεια γιὰ Αὐτόν, γιὰ τὸν Θεὸ ἐν Αὐτῷ καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ τὸ τί χάρισε σ’ ἐμᾶς μ’ ὅλα αὐτά. Αὐτὸ ἐπίσης ἀπείρως ξεπερνᾷ κάθε τί ποὺ οἱ ἀνθρώπινοι ὀφθαλμοὶ εἶδαν καὶ τοῖς ὠσίν αὐτῶν ἠκούσθη καὶ ἡ καρδία αὐτῶν κάποτε αἰσθάνθηκε.


 Μὲ τὴν ἔνσαρκη ζωή του στὴ γῆ ὁ Θεάνθρωπος ἐγκαθίδρυσε τὸ Θεανθρώπινό του Σῶμα, τὴν Ἐκκλησία, καὶ μὲ αὐτὴν προετοιμάζει τὸν γήινο κόσμο γιὰ τὴν ἔλευση καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὴ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ψυχῆς Αὐτοῦ τοῦ Σώματος.


 Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατῆλθε ἐξ οὐρανοῦ στὸ Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ γιὰ πάντα παρέμεινε σὲ Αὐτὸ σὰν Πᾶν-Ζωοποιὸς ψυχὴ Αὐτοῦ. Αὐτὸ τὸ ὁρατὸ θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας συγκροτοῦν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι μὲ τὴν πίστη των στὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς Σωτῆρα τοῦ κόσμου καὶ ὡς τέλειου Θεοῦ καὶ ὡς τέλειου ἀνθρώπου. Καὶ ἡ κάθοδος καὶ ἡ σύνολη δρατηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔρχεται ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο καὶ ἐξαιτίας τοῦ Θεανθρώπου.


 Κάθε τί στὴν Θεανθρώπινη Οἰκονομία τῆς σωτηρίας προῆλθε ἀπὸ τὸ Θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τέλος, ἀκόμη ὅλα συνοψίζονται καὶ ὑπάρχουν στὴν κατηγορία τῆς θεανθρωπότητας ἀκόμη καὶ ἡ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κάθε ἐνεργητικότητα Αὐτοῦ στὸν κόσμο εἶναι ἀχώριστη ἀπὸ τὸ θεανθρώπινο ἀνδραγάθημα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἡ Πεντηκοστὴ μὲ ὅλες τὶς αἰώνιες δωρεὲς τῆς Τριαδικῆς Θεότητος καὶ Αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προσδιόριζε τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων δηλαδὴ τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς πίστης, τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς παράδοσης, τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς ἱεραρχίας, ἀκόμη καὶ κάθε τί Ἀποστολικοῦ ποὺ εἶναι θεανθρώπινο.


 Ἡ Ἁγία πνευματικὴ ἡμέρα ἡ ὁποία ἄρχισε μὲ τὴν Ἁγία Πεντηκοστὴ ἀδιάκοπα συνεχίζεται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ ἀνείπωτη πληρότητα ὅλων τῶν θεϊκῶν δωρεῶν καὶ ζωοποιῶν δυνάμεων. Κάθε τί στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ πολὺ μικρὸ καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ὑπερμέγεθες. Ὅταν ὁ ἱερεύς θυμιάζοντας στὴν Ἐκκλησία παρακαλεῖ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ καταπέμψει τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλὰ καὶ ὅταν τὸ ἀνέκφραστο θαῦμα τοῦ Θεοῦ ἡ Ἁγία Πεντηκοστὴ πρὶν ἀπὸ τὴν χειροτονία τοῦ ἐπισκόπου ἐπαναλαμβάνεται καὶ δίδει ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος καὶ μὲ αὐτὸ πασιφανῶς μαρτυρεῖ ὅτι ὅλη ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας συγκροτεῖται ἐν τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι.


 Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο στὴν Ἐκκλησία καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ Κύριος εἶναι ἡ κεφαλὴ καὶ τὸ σῶμα της καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον εἶναι ἡ ψυχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἤδη τῆς θεανθρώπινης οἰκονομίας τῆς σωτηρίας τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο συνδέθηκε μὲ τὸ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας δηλαδὴ μὲ τὸ θεμέλιο τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ « τοῦ Λόγου κτίσας τὴν σάρκωσιν».


 Στὴν πραγματικότητα κάθε ἅγιο μυστήριο καὶ ὅλες οἱ θεῖες ἀρετὲς εἶναι μία Ἁγιοπνευματικότης. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο διὰ μέσου αὐτῶν ἔρχεται σὲ ἐμᾶς καὶ ἐντὸς ἡμῶν. Αὐτὸ κατέρχεται οὐσιωδῶς ποὺ σημαίνει ἀληθινὰ καὶ οὐσιαστικὰ μὲ ὅλες τὶς θεϊκές του σημαντικὲς ἐνέργειες. Αὐτὸ – ὁ πλοῦτος τῆς θεότητος. Αὐτὸ – τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος. Αὐτὸ – ἡ χάρις καὶ ἡ ζωὴ κάθε ὑπάρξεως. Εἶναι αἰώνιο καὶ Διαθηκικὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατοικεῖ σέ μᾶς καὶ ἐμεῖς σ’ Αὐτόν. Αὐτὸ καὶ μόνο μαρτυρεῖ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ μᾶς. Ἐμεῖς μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ζοῦμε ἐν Χριστῷ καὶ Αὐτὸς σέ μᾶς. Μάλιστα αὐτὸ τὸ γνωρίζουμε « ἐκ τοῦ Πνεύματος οὗ ἡμῖν ἔδωκεν»( Α΄ Ἰω.3,24).


 Μὲ μία λέξη ὅλη ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας σὲ ὅλες τὶς δικὲς τις ἀναρίθμητες θεανθρώπινες πραγματικότητες ὁδηγεῖται καὶ χειραγωγεῖται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὸ ὁποῖο πάντοτε εἶναι τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ (Γαλ.4,6). Γι’ αὐτὸ ἔχει γραφτεῖ στὸ Ἅγιο Εὐαγγέλιο «εἰ δὲ τὶς Πνεῦμα Χριστοῦ οὐκ ἔχει, οὗτος οὐκ ἔστιν Αὐτοῦ» (Ρωμ. 8,9).


Ὁ χερουβικὰ μυηθείς στὸ θεανθρώπινο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας σὰν τὸ πιὸ ἀγαπητὸ πᾶν-μυστήριο τοῦ Θεοῦ ὁ Μέγας Βασίλειος διακηρύσσει τὸ παναληθὲς καὶ χαρμόσυνο μήνυμα «Τὸ πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἀρχιτεκτονεῖ Ἐκκλησία Θεοῦ».


πηγη.agiazoni

Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακής της Πεντηκοστής,

Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακής της Πεντηκοστής, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά

ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ ΦΟΡΕΙΣ ΤΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ;
(Ἰω. 7, 37-52 καί 8, 12)
1. Σᾶς συμφέρει νά φύγω

   Πόσο μεγάλη σημασία ἔχει ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς καί πόσο μεγάλη σημασία ἔχει ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιά νά μᾶς φωτίζει, νά μᾶς ἁγιάζει καί νά μᾶς σώσει, ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός τό ἔλεγε στούς μαθητές του: «Σᾶς συμφέρει, νά φύγω ἐγώ. Γιατί ἅμα δέν φύγω, δέν θά ρθεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα».
   Φαντασθεῖτε ἀδελφοί, πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι γιά μᾶς, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί ἡ χάρη του, πού μᾶς φωτίζει, πού μᾶς καθαρίζει ἀπό κάθε κηλίδα, πού μᾶς ἁγιάζει. Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ σημασία του γιά μᾶς, ὥστε νά πεῖ ὁ Χριστός «Σᾶς συμφέρει, νά φύγω ἐγώ. Νά μήν εἶμαι κοντά σας ἐγώ. Ἄν δέν φύγω ἐγώ, δέν θά ρθεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Καλύτερα νά λείπω ἐγώ, γιά σᾶς, παρά ἡ χάρη Ἁγίου Πνεύματος.
   Ἡ χάρη Ἁγίου Πνεύματος εἶναι δῶρο τῆς καλωσύνης τοῦ Θεοῦ. Καί τό τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, τό ὁποῖο ἔστειλε ὁ Κύριος στούς ἁγίους ἀποστόλους τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, αὐτό ἐνεργεῖ μέσα μας καί μέσα στήν ἁγία Ἐκκλησία μας γιά τή σωτηρία μας.
2. Ἄς μέ ξεπεράσουν ὅλοι
   Γιά νά καταλάβομε αὐτό τό μεγάλο μυστήριο, ἄς κάνομε μιά μικρή ἀναδρομή. Ὅταν ὁ Θεός ἐπέλεξε τόν λαό του τόν Ἰσραήλ γιά νά γίνει πρόδρομος τῆς Ἐκκλησίας, καί νά γεννηθεῖ ἀπό τούς κόλπους του, ὁ σωτήρας καί  Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός,  γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἐπῆρε τόν Μωυσῆ καί τοῦ ἀνέθεσε νά ὁδηγεῖ τόν λαό του τόν Ἰσραήλ. Ἑξακόσιες χιλιάδες ἄνθρωποι ἦταν.
   -Ποιός εἶμαι ἐγώ, πού θά ἀναλάβω τέτοιο ἔργο; ἔλεγε στό Θεό ὁ Μωυσῆς. Ἄν δέν σέ ἔχω κοντά μου, ἄν δέν εἶσαι σύ μαζί μου, ἐγώ τέτοια δουλειά, δέν τήν ἀναλαμβάνω.
Καί ὁ Θεός τοῦ ἔστειλε τήν χάρη Ἁγίου του Πνεύματος. Τόν γέμισε μέ χάρη Ἁγίου Πνεύματος.
   Ἀλλά ὅσο καί ἄν εἶχε χάρη Ἁγίου Πνεύματος, μοναχός του ὁ Μωυσῆς, σάν ἄνθρωπος, δέν ἀρκοῦσε νά ἀντιμετωπίσει ἑξακόσιες κόσμο πού ἦταν ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ. Καί εἶπε μιά ἡμέρα στήν προσευχή του παρακαλώντας τόν Θεό: «Κύριε, δέν ἀντέχω. Δέν ἀντέχω. Δέν μπορῶ νά κάνω σωστά αὐτό τό ἔργο πού μοῦ εἶπες».
Ἀπάντησε ὁ Θεός: «Διάλεξε ἑβδομήντα πρεσβυτέρους. Ἐγώ θά ἀφαιρέσω ἀπό τό Πνεῦμα πού ἔχεις ἐπάνω σου σύ καί θά δώσω σέ ἐκείνους. Καί ἔτσι μόνο θά μποροῦν νά σέ βοηθήσουν».
   Ὁ Μωυσῆς λοιπόν ἄκουσε ὅτι θά τόν «κοντύνει» ὁ Θεός. Ἔτσι ἐξηγοῦνται τά λόγια τοῦ Θεοῦ: «θά ἀφαιρέσω ἀπό σένα, θά πάρω ἀπό σένα, θά βγάλω ἀπό σένα. Καί θά δώσω σ’αὐτούς». Ἀλλά ἔχοντας μεγάλη ἀγάπη γιά ἔργο του καί γιά τό λαό του, καί μεγάλη ἐμπιστοσύνη στό Θεό τοῦ εἶπε: «Σύμφωνοι. νά ἀφαιρέσεις ὅτι θέλεις ἀπό μένα». Καί διάλεξε ὁ Μωυσῆς ἑβδομήντα πρεσβυτέρους καί τούς ἐκάλεσε νά σταθοῦν γύρω ἀπό τήν σκηνή τοῦ Μαρτυρίου. Ὅταν ἐκεῖνοι στάθηκαν, προσευχήθηκε, παρακάλεσε, τόν Θεό. Καί ὁ Θεός «ἀφείλατο», πῆρε ἀπό τό Πνεῦμα πού εἶχε δώσει σ’ αὐτόν καί ἔδωσε στούς πρεσβυτέρους. Καί ἄρχισαν ὅλοι μαζί νά προφητεύουν καί νά διηγοῦνται τά μεγαλεῖα καί τήν  δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἐκείνη ὅμως τήν στιγμή πού εἶχε συντελεσθεῖ ἡ χειροτονία τῶν ἑβδομήκοντα πρεσβυτέρων, ἔτρεξε ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, καί τοῦ λέει:
   -Κύριε Μωυσῆ, ἑβδομήντα διάλεξες, ἀλλά οἱ δύο δέν ἦρθαν δῶ πέρα. Γιατί δέν σέ ἀναγνωρίζουν. Δέν σέ ἀγαπᾶνε. Δέν σέ θέλουν. Ἀπειθοῦν ἐναντίον σου. Καί ὅμως τώρα αὐτοί οἱ δύο, ἐκεῖ πέρα πού εἶναι μόνοι τους, προφητεύουν. Γέμισαν καί αὐτοί Πνεῦμα Ἅγιο. Καί διηγοῦνται τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ. Κάνε παρέμβαση καί ἐμπόδισέ τους. Δέν κάνει, οἱ ἀχάριστοι, νά ἔχουν τέτοια χάρη καί τέτοια ἐξουσία.
   Ὁ Μωυσῆς, γύρισε στόν ἀγαπημένο του μαθητή, τόν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ καί ἀντί νά ἐπηρεαστεῖ ἀπό τά λόγια του, τοῦ εἶπε αὐστηρά:
   -Δέν μοῦ λές, ἦλθες γιά νά μέ κάνεις νά ζηλέψω καί νά ἀγριέψω ἐναντίον τους; Γιά καλό ἦλθες ἤ γιά κακό; Ξέρεις ποιά εἶναι ἡ ἡ διάθεσή μου; Μακάρι ὁ Θεός νά πάρει ὅλο τό Πνεῦμα πού ἔχει δώσει σέ ἐμένα καί νά τό δώσει σέ ὅλο τό λαό του. Καί νά μή μείνει οὔτε ἕνας ἄνθρωπος ἀπό τόν λαό του πού νά μήν εἶναι προφήτης.
   Τά λόγια αὐτά τοῦ ἁγίου προφήτου Μωυσῆ, ἀποδεικνύουν πόσο ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ χάρη Ἁγίου Πνεύματος, εἶχε ἐνεργήσει μέσα στή καρδιά του καί τήν εἶχε καθαρίσει ἀπό κάθε κηλίδα καί τήν εἶχε ἁγιάσει ἐντελῶς, ὥστε νά μήν λυπᾶται τόν ἑαυτό του, νά μή ζηλεύει, νά μή νευριάζει, νά μήν ὀργίζεται, νά μήν φθονεῖ, νά μήν φοβᾶται ἐχθρούς, ἀλλά νά ἔχει μέσα στή καρδιά του εἰρήνη μέ ὅλους καί ἐμπιστοσύνη στόν Θεό ἀπέραντη.
«Ὁ Θεός θέλησε καί τούς ἔδωσε Πνεῦμα Ἅγιο» ἔλεγε, «ἐγώ θά φοβηθῶ»;
3. Ὁ νέος Μωυσῆς
   Ἀργότερα, ὅταν κατέβηκε στή γῆ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἔκανε κάτι τό ἀνάλογο. Πῆρε ἀπό τό Πνεῦμα τό δικό του καί ἔδωσε στούς ἁγίους ἀποστόλους του. «Κατέπεμψε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν». Πῆγαν καί κάθησαν ἐπάνω στούς δώδεκα ἀποστόλους. Καί τούς ἐγέμισαν μέ χάρη. Μέ ἀγάπη καί θυσία καί μέ σοφία. Οἱ ἀγράμματοι καί ἁλιεῖς, οἱ ψαράδες, ἄρχισαν νά διηγοῦνται τήν δόξα καί τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ. Καί ὄχι μόνο, ἀλλά ὅταν εἶδαν κόσμο συγκεντρωμένο κοντά τους, νά ἀπορεῖ καί νά ἐξίσταται γιά αὐτά τά παράδοξα πού ἄκουγε καί ἔβλεπε, στάθηκε ὁ πανεύφημος ἀπόστολος Πέτρος καί τούς μίλησε.
   Ἕνας μιλοῦσε, ἀλλά ἀκουγόταν ἡ φωνή του στά αὐτιά ὅλων τῶν ἀνθρώπων σάν νά τούς μιλοῦσε στή δική τους γλώσσα.
   Ἔγινε τότε ἕνα παράξενο θαῦμα, μοναδικό θαῦμα. Οἱ ἀπόστολοι διηγοῦντο τά μεγαλεῖα καί τή σοφία καί τήν ἀγάπη καί τήν θυσία γιά τή σωτηρία μας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ἀκούγοντάς τά αὐτά οἱ ἀκροατές, ξένοι, ἀλλόγλωσσοι καί εἰδωλολάτρες ἀκόμα, ἐγέμισαν μέ χάρη Ἁγίου Πνεύματος καί ἄκουγαν τούς ἀποστόλους νά τούς μιλᾶνε, στή μητρική τους γλώσσα.
   Ἔτσι ἔγιναν οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Ἔτσι ἔγινε ἡ πρώτη ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων. Νά τό ξεκαθαρίσομε. Ἑνότητα ἀληθινή εἶναι ἡ ἕνωση τῶν ἀνθρώπων γύρω ἀπό τόν Θεό. Ἑνότητα «κατά διάβολον» δέν γίνεται. Ἑνότητα γίνεται μόνο κοντά στό Θεό πού εἶναι ἀγάπη καί θυσία. Καί μᾶς ἐκάλεσε τότε εἰς ἑνότητα, νά γίνομε ὅλοι ἕνα στήν ὁμολογία τῆς ὀρθῆς πίστεως. Ὅτι ἕνας εἶναι ὁ Πατέρας, ὁ ἄναρχος καί ἐπουράνιος καί ἕνας εἶναι ὁ Υἱός του, πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά μᾶς. Καί ἕνα τό Πανάγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο τό στέλνει ὁ Πατέρας στήν Ἐκκλησία του. Καί διά τῆς Ἐκκλησίας διά τῶν ἀρχιερέων καί ἱερέων, σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, γιά νά τούς ἁγιάζει, νά τούς καθαρίζει, ἀπό κάθε ρύπο, ἀπό κάθε ἁμαρτία. Καί νά γίνονται ὅλοι ἄξιοι νά ἑνωθοῦν ὀρθά στήν ὁμολογία τῆς Ἁγίας Τριάδος· καί ἔτσι νά ψάλλομε σήμερα: «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες».
   Δέν ἔχει σημασία νά ἑνώνονται οἱ ἄνθρωποι ἔξω ἀπό τήν ἀλήθεια «κατά διάβολον».  Ὁ διάβολος, δέν ἑνώνει, χωρίζει. Ἑνώνει στό κακό. Γιά τήν καταστροφή. Ὁ Χριστός ἑνώνει ἀληθινά. Γιά τή σωτηρία μας. Καί γι' αὐτό ἐμεῖς σήμερα ψάλλομε μέ χαρά, εὐγνωμοσύνη καί ἀφοσίωση τό ὡραῖο καί γλυκύτατα τροπάριο: «Εὐλογητός εἶ Χριστέ ὁ Θεός, ὁ πανσόφους τούς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καί δι’ αὐτῶν τήν οἰκουμένην σαγηνεύσας φιλάνθρωπε δόξα σοι».
4. Ἡ Πεντηκοστή παρατεινόμενη
Αὐτή ἡ Πεντηκοστή συνεχίζεται στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Κάθε φορά πού χειροτονεῖται ἕνας ἀρχιερέας , ἔστω  καί ἄν δέν ἔχει τίς ἀρετές τῶν ἁγίων ἀποστόλων, λαμβάνει τήν χάρη Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως καί ὅσο τήν εἶχε λάβει ὁ πανεύφημος ἀπόστολος Πέτρος καί ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης. Καί ἔχει τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, νά δέχεται καί νά χαίρει ὅταν βλέπει νά ἀφαιρεῖ ἀπό πάνω του ὁ Θεός καί νά δίνει στούς ἀδελφούς πρεσβυτέρους τούς ὁποίους χειροτονεῖ, γιά νά ποιμαίνουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Τόν ὁποῖο, ὅσο καί νά εἶχε καλή διάθεση, δέν θά ἄντεχε καί δέν θά τό κατόρθωνε, ἐπειδή εἶναι ἕνας, μονάδα, ἕνα ἄτομο πού ἔχει περιορισμένες δυνατότητες, νά τόν διακονήσει σωστά, ὅσο καί ἄν ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ σκηνώνει ἐπάνω του. Καί γι' αὐτό ἀκριβῶς, ἰδιαίτερα χαίρομε ὅταν βλέπομε ὁ Θεός νά ἀναδεικνύει ἁγίους ἱερεῖς, καλούς ποιμένας, καλούς ὁδηγούς τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Γεμάτους Πνεῦμα καί χάρη καί ἁγιότητα καί ἀγάπη καί θυσία.
   Ἄς εὐχόμεθα νά ἁγιάζει ὁ Θεός καί ἐμᾶς, καί ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία του μέ τή χάρη τοῦ παναγίου Πνεύματος, τήν ὁποία ὅρισε καί ἔστειλε τήν ἁγία Πεντηκοστή στούς ἁγίους ἀποστόλους του. Καί ἀκριβῶς ἐπειδή οἱ ἱερεῖς ἔλαβαν τήν χάρη Ἁγίου Πνεύματος καί ἱερουργοῦν ἐξ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δικαίως τούς σεβόμαστε, δικαίως τούς ἀγαπᾶμε, δικαίως φιλᾶμε τό χέρι τους καί δικαίως ζητᾶμε τίς εὐχές τους.
Καί γιά ὅλες αὐτές τίς τιμές πού δείχνομε στούς ἱερεῖς, ἀλλά ἀναφέρονται στό Χριστό, θά ἔχομε τήν εὐλογία τοῦ Χριστοῦ, θά πολλαπλασιάζει τήν χάρη του ἐπάνω στίς ψυχές μας, θά φωτίζει τίς διάνοιές μας καί θά ἁγιάζει ὁλόκληρη τή ζωή μας. Ἀμήν.-
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,
ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία. Ἔγινε στό Νεοχώρι Ἄρτας στίς 15/6/1997

Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

Το ορόσημο της Άλωσης

Το ορόσημο της Άλωσης

 
Το ορόσημο της Άλωσης
29 Μαΐου 2015
Πέτρου Παναγιωτόπουλου
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης αποτελεί ασφαλώς μία τομή στην ιστορία του Γένους αλλά και της Εκκλησίας. Το σοκ που προκάλεσε το άκουσμα του “μαύρου νέου” ήταν βαθύ κυρίως για όλο τον ελληνόφωνο κόσμο, αλλά δυσμενή εντύπωση προξένησε επίσης τόσο στη σλαβική οικογένεια όσο και στη χριστιανική Δύση.
Η αλήθεια είναι ότι η πόλη που κατέκτησαν οι Οθωμανοί είχε περισσότερο τη σημασία ενός συμβόλου παρά κάποια υλική αξία. Μολονότι διατηρούσε την αρχαία της αίγλη, ουσιαστικά βρισκόταν σε βαθιά παρακμή. Το πλήγμα που δέχτηκε το 1204 από την άλωση των Σταυροφόρων δεν μπόρεσε να ξεπεραστεί. Η αυτοκρατορία ήταν κυριολεκτικά συρρικωμένη σε ελάχιστα εδάφη. Η περιοχή του Βυζαντίου παρέμενε κατά βάση μία νησίδα ελευθερίας μέσα στη γενικότερη οθωμανική επικράτεια, καθώς η οθωμανική πλημμυρίδα είχε κατακτήσει σχεδόν ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ευρώπη και τη Μ. Ασία.
Παρά την απελπιστική της θέση και τη σαφώς άνιση αναμέτρηση κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της όμως, οι υπερασπιστές της επέδειξαν πλήρη αξιοπρέπεια και σαφή συναίσθηση του ρόλου τους, ως κληρονόμων μιας λαμπρής και βαριάς κληρονομιάς. Πάμπολλα τα περιστατικά που έχουν διασωθεί μέχρι τις μέρες μας και διδάσκουν με τη φανέρωση ενός άλλου ήθους, που έβλεπε προς την αιωνιότητα… Σταχυολογούμε ενδεικτικά ορισμένες απ’ αυτές:
Στις αρχές του Μάη του 1453, όταν ο κλοιός έσφιγγε ασφυκτικά, οι συγκλητικοί και οι άρχοντες των πολιορκημένων ζήτησαν από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο να αποχωρήσει με ασφάλεια από την Πόλη μέσω θαλάσσης. Το σχέδιο που είχε εκπονήσει ο Γενοβέζος στρατιωτικός Ιουστινιάνης ήταν έτοιμο για να εφαρμοστεί. Ο Αυτοκράτορας άκουσε προσεκτικά όλους τους συμβούλους του και κατόπιν τους παρακάλεσε να σταματήσουν να του το ζητάνε. Τους τόνισε ότι η δική του μοίρα ήταν συνυφασμένη με τη δική τους και πως ήταν αποφασισμένος να ακολουθήσει την τύχη όλων των κατοίκων της Πόλης, κληρικών και λαϊκών μαζί. Μόλις τέλειωσε το λόγο του έπεσε μια μεγάλη σιωπή και τα μάτια όλων ήταν πλημμυρισμένα από δάκρυα.
Ανάλογες σκηνές εκτυλίχθηκαν και κατά την τελευταία λειτουργία στην Αγια-Σοφιά. Ο Κωνσταντίνος άφησε τον αυτοκρατορικό θρόνο και πήγε να προσευχηθεί γονατιστός μπροστά στις εικόνες του Χριστού και της Παναγίας. Πριν κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων, ζήτησε συγγνώμη από κάθε ιεράρχη ξεχωριστά. Όλο το εκκλησίασμα ξεσπούσε σε γοερό θρήνο. Ανάλογες σκηνές εκτυλίχθηκαν και στο Παλάτι, όταν ο Παλαιολόγος ζήτησε συγγνώμη από κάθε έναν που τυχόν τον είχε βλάψει. Όπως γράφει ο χρονικογράφος της Αλώσεως Γ. Σφραντζής, και από ξύλο ή πέτρα να ήταν φτιαγμένος κανείς, θα έκλαιγε εκείνες τις στιγμές.
Λίγες ώρες αργότερα, ο τελευταίος αυτοκράτορας θα έπεφτε περικυκλωμένος από Γενιτσάρους στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού. Θα τον αναγνώριζαν μόνο από τα βασιλικά πέδιλα (τα “πορφυρά καμπάγια”) και τις περικνημίδες του. Μαζί του έφευγε ο πιο λαμπρός και μακρόσυρτος πολιτισμός που είδε η ανθρωπότητα. Ο Κωνσταντίνος έζησε και πέθανε απολύτως συνεπής με όσα έγραψε προς το Μωάμεθ, όταν ο τελευταίος τού ζήτησε την παράδοση της Πόλης: “Το δε την πόλιν σοι δούναι ούτ’ εμόν εστίν ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη…Εγώ γαρ προς τον Θεόν καταφεύγω, και ει θελητόν αυτώ εστι του δούναι και την πόλιν ταύτην εις χείράς σου, τις ο αντιπείν ο δυνάμενος;“
To γεγονός όμως της αναστάτωσης που προκάλεσε η τουρκική επέλαση δημιούργησε ένα πλήθος από ζητήματα, πολλά από αυτά είναι αλληλένδετα μεταξύ τους, και για τα περισσότερα των οποίων δεν έχει αποφανθεί ακόμη η συλλογική εθνική συνείδηση. Μπορεί τα περισσότερα να μην έχουν να κάνουν με το γεγονός της Άλωσης καθεαυτό αλλά η χρονική κυοφορία τους να κράτησε δεκαετίες – ίσως και αιώνες ολόκληρους, ωστόσο μέσα μας ταυτίζονται με την πτώση της Βασιλεύουσας. Τα πιο χαρακτηριστικά από αυτά (και εν πολλοίς άγνωστα στους καιρούς της τουρκόφερτης τηλοψίας) είναι:
• Η διαμάχη ενωτικών – ανθενωτικών, στην οποία προτασσόταν είτε το αμιγές εθνικό συμφέρον είτε η διαφύλαξη του αυθεντικού περιεχομένου της θρησκευτικής πίστης,
• ο ρεαλιστικός συμβιβασμός με τη νέα πραγματικότητα ή και η υποταγή σ’ αυτήν και οι (ελάχιστες αρχικά) πράξεις αντίστασης, • η φυγή των λογίων στη Δύση ή σε άλλες περιοχές του ελληνικού χώρου (λ.χ. Κρήτη ή Κύπρο), που από τη μία αποδυνάμωσε το πνευματικό δυναμικό του εθνικού κέντρου, αλλά από την άλλη τροφοδότησε τους τόπους υποδοχής με νέες προοπτικές πολιτιστικής ανάπτυξης,
• ο αντίκτυπος από την Άλωση στις ομόδοξες χώρες, οι οποίες σε άλλες περιπτώσεις ακολούθησαν την τύχη των Ελλήνων (των Ρωμαίων) και σε άλλες ανέπτυξαν μεγαλοϊδεατικές βλέψεις ηγεμονίας,
• η νέα θέση της Εκκλησίας,που ανέλαβε ρόλο εθναρχικό, καθώς ήταν ο μόνος συγκροτημένος οργανισμός των υπόδουλων Ρωμηών στη νέα πραγματικότητα και αναγνωρίστηκε από τον κατακτητή – γεγονός που άφησε ανεξίτηλα σημάδια στη φυσιογνωμία της, από την αυτοσυνειδησία της, το λόγο της μέχρι τα σύμβολα και τα ενδύματα των κληρικών της,
• τη συνέχεια του Γένους κάτω από τον ξένο ζυγό, τις ελπίδες και τους θρύλους για το ξαναζωντάνεμά του, τη μεταβολή της ιδιοσυγκρασίας του και τη μακρά πορεία της παλιγγενεσίας του σε εντελώς διαφορετικά πλέον δεδομένα.
Κοντολογίς, 562 χρόνια μετά την αποφράδα ημέρα, τίποτε πια δεν είναι το ίδιο και η κληρονομιά του παρελθόντος μας, μάς κάνει να νιώθουμε πως “ξυπνούμε με ένα μαρμάρινο κεφάλι στα χέρια, που μας εξαντλεί τους αγκώνες και δεν ξέρουμε πού να τ’ ακουμπήσουμε”.

Το δηλητήριο

Το δηλητήριο

Πριν από πολύ καιρό στην Κίνα, μια κοπέλα παντρεύτηκε και πήγε να ζήσει με τον σύζυγό της στο σπίτι της πεθεράς της.
Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, η κοπέλα διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να συμβιώσει με την πεθερά της. Ο χαρακτήρας τους ήταν πολύ διαφορετικός, και η κοπέλα εκνευριζόταν από πολλές από τις συνήθειες της πεθεράς της. Επιπλέον, η πεθερά επέκρινε διαρκώς τη κοπέλα.

Ο καιρός περνούσε αλλά η κοπέλα και η πεθερά συνέχιζαν να τσακώνονται και να διαφωνούν. Όμως αυτό που έκανε την κατάσταση ακόμη χειρότερη ήταν ότι σύμφωνα με την αρχαία κινεζική παράδοση, η κοπέλα έπρεπε να υπακούει την πεθερά και να εκπληρώνει την κάθε επιθυμία της. Η ένταση και τα νεύρα στο σπίτι προκαλούσαν θλίψη στον άτυχο σύζυγο.

Η κοπέλα δεν μπορούσε να υπομένει άλλο την κακή διάθεση και την καταπίεση της πεθεράς της, και αποφάσισε να κάνει κάτι γι' αυτό.
Πήγε και συνάντησε ένα καλό φίλο του πατέρα της, τον Huang, ο  οποίος πουλούσε βότανα. Του περιέγραψε την κατάσταση και του ζήτησε να της δώσει κάποιο δηλητήριο, έτσι ώστε να λύσει το πρόβλημα μια για πάντα. Ο Huang σκέφτηκε για λίγο, και μετά είπε:"Θα σε βοηθήσω να λύσεις το πρόβλημά σου, αλλά θα πρέπει να με ακούσεις προσεκτικά και να κάνεις ότι σου πω".

Η κοπέλα δέχτηκε με ενθουσιασμό, ο Huang πήγε στο πίσω δωμάτιο, και επέστρεψε μετά από λίγα λεπτά κρατώντας μια σακούλα με βότανα.

Είπε στην κοπέλα: "Δεν πρέπει να χρησιμοποιήσεις ένα ταχείας δράσης δηλητήριο για να απαλλαγείς από τη πεθερά σου, διότι αυτό θα προκαλέσει υποψίες εναντίον σου. Γι αυτό, σου δίνω μια σειρά από βότανα που θα δημιουργήσουν σταδιακά το δηλητήριο στο σώμα της.Κάθε δεύτερη μέρα θα ετοιμάζεις ένα νόστιμο γεύμα και θα βάζεις λίγη ποσότητα από αυτά τα βότανα. Για να σιγουρέψεις ότι κανείς δεν θα σε υποψιαστεί όταν πεθάνει, πρέπει να είσαι πολύ προσεκτική και να είσαι πολύ φιλική μαζί της. Μην διαφωνείς μαζί της, να υπακούεις κάθε της επιθυμία, και να της φέρεσαι σαν βασίλισσα".

Η κοπέλα χάρηκε πολύ, αφού ήταν θέμα χρόνου να απαλλαγεί από την πεθερά της. Ευχαρίστησε τον Huang και έσπευσε στο σπίτι για να ξεκινήσει το σχέδιο για τη δολοφονία της πεθεράς της.

Οι εβδομάδες και οι μήνες περνούσαν, και η κοπέλα ετοίμαζε μέρα παρά μέρα ένα νόστιμο γεύμα για την πεθερά της. Ακολουθούσε τις συμβουλές του Huang ώστε να αποφύγει κάθε καχυποψία, διατηρούσε τη ψυχραιμία της και φερόταν στη πεθερά της σαν να ήταν η μητέρα της.

Μετά από έξι μήνες η κατάσταση είχε αλλάξει. Ακόμα και η πεθερά είχε αλλάξει στάση και ήταν πιο ευγενική και καλή με την νύφη της. Άρχισε να την αγαπάει όπως την κόρη της. Διαρκώς την παίνευε  στους φίλους και συγγενείς, και έλεγε ότι ήταν η καλύτερη νύφη που θα μπορούσε να έχει.

Μια μέρα η κοπέλα πήγε να συναντήσει τον κ. Huang για να ζητήσει και πάλι τη βοήθειά του: "κ. Huang, παρακαλώ βοηθήστε να σταματήσει η δράση του δηλητηρίου που σκοτώνει την πεθερά μου!Έχει μετατραπεί σε τόσο καλοσυνάτη γυναίκα που την αγαπώ πια σαν τη μητέρα μου. Δεν θέλω να πεθάνει εξαιτίας του δηλητηρίου που της έδωσα".

Ο Huang χαμογέλασε και κούνησε το κεφάλι του.

"Μην ανησυχείς. Ποτέ δεν της έδωσες δηλητήριο. Τα βότανα που σου έδωσα ήταν βιταμίνες για να βελτιώσουν την υγεία της. Το μόνο δηλητήριο ήταν στο μυαλό σου και τη στάση σου προς το μέρος της. Όμως διαλύθηκε από την αγάπη που της πρόσφερες".

Πηγή : Συνοδοιπορία


Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Θαύμα Οσίου Ιωάννη Ρώσου

Θαύμα Οσίου Ιωάννη Ρώσου - Θεραπεύει τον μελλοθάνατο

Zoom in (real dimensions: 379 x 561)Εικόνα

Ο Ηλίας Παπακώστας από την Ευρυτανία, όταν ήλθε από την Αμερική στην πατρίδα του, ασθένησε βαρειά από πνευμονία, λοίμωξη των εντέρων και καρδιοπάθεια. Πλησίαζε το
τέλος του. Μάταια οι γιατροί προσπαθούσαν να τον σώσουν. Σαράντα ημέρες πάλευε με τον θάνατον. Μία ημέρα πήγε στον άρρωστο ένας φίλος του δικηγόρος από τον Βόλον.
Είπε στην απελπισμένη μητέρα του αρρώστου, ότι κάποτε στην Χαλκίδα είχε ακούσει να γίνεται λόγος, για κάποιον άγιον Ιωάννη Ρώσο. Ο άρρωστος, όπως λέει ο ίδιος,
βρισκόταν σε τέτοια άσχημη κατάσταση, ώστε δεν αισθανόταν, ούτε ήταν σε θέση να παρακολουθήσει τα λεγάμενα από τον επισκέπτη. Άκουσε μόνο την λέξη «Ρώσος».

Την επομένη, γράφει ο θεραπευθείς Παπακώστας, και την μεθεπομένη ημέρα, η κατάστασή μου χειροτέρευε επικίνδυνα. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ, αλλά διερχόμουνα τις ώρες
μου με αγωνία. Περίμενα το μοιραίο. Τότε ξαφνικά, αισθάνθηκα να θέλω να κοιμηθώ και δεν άργησα να κοιμηθώ πολύ βαθειά.

Κατά την διάρκεια του ύπνου μου, είδα ένα περίεργο όνειρο, το οποίο δεν θα ξεχάσω ποτέ! Είδα να ανοίγει η πόρτα του δωματίου μου και να μπαίνει μέσα, ένας νέος με λευκό
υποκάμισο. Με χαιρέτησε και με ρώτησε, πως είμαι. Του είπα ότι η αρρώστια με κατέβαλε πλέον και μόνον ο θάνατος θα με λυτρώσει. Τότε ο νέος μου λέγει επί λέξη σε απλή
γλώσσα.

Άκουσε με. Εγώ είμαι ο άη - Γιάννης ο Ρώσος. Θα σε κάνω καλά μέσα σε πέντε ημέρες. Να σηκωθείς όμως και να πας να προσκυνήσεις την εκκλησία μου. Αν δεν μπορείς τότε
στείλε, την γυναίκα σου, ή την κουνιάδα σου ή την μάνα σου. Έχε πίστη και μη φοβάσαι. Σε πέντε ήμερες θα είσαι καλά.

Αμέσως ο Άγιος εξαφανίσθηκε από το δωμάτιό μου. Το πρωί όταν ξύπνησα, αισθάνθηκα, ότι η κατάσταση μου είχε βελτιωθεί. Αυτό διεπίστωσε και ο γιατρός, που με επισκέφθηκε
την ημέρα εκείνη.

Μόλις ξύπνησα, κάλεσα τους δικούς μου, και συγκινημένος, τους είπα το περίεργο όνειρο. Τόσον όμως εγώ, όσον και αυτοί και μερικοί άλλοι συγγενείς μου, δεν γνωρίζανε αν
πράγματι υπάρχει τέτοιος Άγιος. Και μόνον από τον ιερέα παπα-Λάμπρο πληροφορήθηκα την ημέρα εκείνη, ότι υπάρχει πράγματι, σωζόμενος μάλιστα ολόσωμος, έξω από την
Χαλκίδα, Άγιος Ιωάννης ο Ρώσος.

Δια να μη σας απασχολώ περισσότερο - καταλήγει ο Ηλίας Παπακώστας - μέσα σε πέντε ημέρες έγινα τελείως καλά και δεν θα ξεχάσω ποτέ την θεϊκή επέμβαση του Αγίου υπέρ
της ζωής μου. Από μεγάλη μου ευγνωμοσύνη στον Άγιο και για να εκδηλώσω την πίστη μου, πήγα και προσκύνησα τα Άγια του Λείψανα. Το θαύμα αυτό έγινε κατά το έτος 1937.

πηγη.χριστιανοςgr
 

Ο άπιστος και ο χωρικός

Ο άπιστος και ο χωρικός


Ο άπιστος και ο χωρικός


Ο άπιστος και ο χωρικός

Ένας που καμώνονταν τον πολύ σοφό συνάντησε κάποτε στο δρόμο του έναν απλοικό χωρικό που πήγαινε στην εκκλησία.
-Για που με το καλό; τον ρώτησε.
-Πάω στην εκκλησία,του απάντησε ο χωρικός.
-Και δε μου λές,του λέει ειρωνικά ο σοφός.Μήπως ξέρεις να μου πείς,ο Θεός σου είναι μεγάλος η μικρός;
-Κι από τα δύο.
-Δε γίνεται να είναι και τα δύο!
-Γίνεται,κύριε.Να,είναι τόσο μεγάλος,που δεν τον χωρούν ούτε οι ουρανοί,αλλά και τόσο μικρός,που μπορεί να κατοικεί μέσα στην καρδιά μου.
Κι ο σοφός τα'χασε με τη σοφή απάντηση του απλοίκού μα πιστού χωρικού.
Πηγή:http://alliotikathriskeytika.blogspot.gr/search/label
πηγη.isagiastriados

Ο γέρος, το παιδί και ο γάιδαρος

Ο γέρος, το παιδί και ο γάιδαρος

Ο γέρος το παιδί και ο γάιδαρος

Ο γέρος, το παιδί και ο γάιδαρος

Μια φορά κι έναν καιρό ένας γέρος καβάλα σ’ένα γαϊδουράκι, που το έσερνε ένα αγόρι, διέσχιζε ένα κεφαλοχώρι. Κάποιοι που τον είδαν είπαν: «Για κοίτα το γέρο, μάλλον ξεκούτιανε· απολαμβάνει τον περίπατο χωρίς να υπολογίζει το φτωχό αγόρι που μόλις το κρατούν τα πόδια του!
Ύστερα από λίγο ο γέρος κατέβηκε από το γαϊδούρι και ανέβασε το αγόρι, ενώ εκείνος προπορευόταν σέρνοντάς το από το καπίστρι του. Δεν πρόφτασαν να διανύσουν ούτε εκατό μέτρα και κάποιος τολμηρός σχολίασε μεγαλόφωνα: «Συγχαρητήρια! Οι γέροι να τρεκλίζουν και τα παλιόπαιδα καβάλα. Δεν υπάρχει πλέον σεβασμός στον κόσμο!» Το μικρό αγόρι το άκουσε και έγινε κατακόκκινο σαν την παπαρούνα από την ντροπή του. Παρακάλεσε το γέρο να ανεβεί και εκείνος στο γαϊδούρι και έτσι καβάλα κι οι δυο συνέχισαν την πορεία.
Προτού φτάσουν στην πηγή να ξεδιψάσουν και να ποτίσουν το ζωντανό, τους συνάντησαν κάποιο καραβάνι. Αντί για χαιρετισμό από τους ανθρώπους του καραβανιού δέχτηκαν ομοβροντία επιπλήξεων: «Έχετε σκοπό να ξεκάμετε το ζωντανό; Μήπως θα θέλατε να το φορτώσετε και κανένα αγκωνάρι για να ξεμπερδεύει μια ώρα γρηγορότερα;» είπαν. Χωρίς να μιλήσουν, το παιδί και ο γέρος ξεκαβαλίκεψαν αμέσως και συνέχισαν την πορεία τους αμίλητοι.
Φτάνοντας στην άκρη της άλλης πόλης κουρασμένοι και κάθιδροι ακούνε κάποιον να περνά δίπλα τους ψιθυρίζοντας: «Με τέτοια ζέστη και πάνε με τα πόδια! Τι τον έχουν το γάιδαρο, μόνο για να τον ταΐζουν;». Ο γέρος και το αγόρι αλληλοκοιτάχτηκαν.
-Αγόρι μου, είπε ο γέρος, οργάνωσε τη ζωή σου όπως εσύ νομίζεις ότι είναι ο καλύτερος τρόπος, επιλέγοντας εκείνο που δεν θα βλάψει το συνάνθρωπό σου ή τουλάχιστον που θα προκαλέσει τη μικρότερη ζημιά σε όλους. Έχε υπόψη σου ότι με τον τρόπο που θα ενεργήσεις ποτέ δεν θα συμφωνήσουν οι πάντες. Κάποιοι θα σε αποδεχθούν και κάποιοι όχι. Πάντα όμως θα υπάρχουν εκείνοι που θα σε κριτικάρουν!!!
Από το Διαδίκτυο, διασκευή από τα ισπανικά, Αθανάσιος Γκάτζιος
πηγη.isagiastriados

Τρίτη 26 Μαΐου 2015

Εὐχὴ σὲ μιὰ γιορτή

Εὐχὴ σὲ μιὰ γιορτή
Ἄγνωστος συγγραφεύς




Κυριακή βράδυ. Φωταγωγημένο μέσα κι ἔξω εἶναι τό σπίτι. Ἑορταστική ἡ ἀτμόσφαιρα, γιατί ἑορτάζει τό νεώτερο μέλος τῆς οἰκογένειας, ἡ Εὐφροσύνη. Δέν ἔχει τά γενέθλιά της, οὔτε τήν ὀνομαστική της ἑορτή. Ἕνα ἄλλο χαρμόσυνο γεγονός ἑορτάζει ἡ οἰκογένεια. Τήν ἀπόκτηση τοῦ πτυχίου.

Μέ δῶρα, γλυκά καί λουλούδια ἔρχονται οἱ ἐπισκέπτες. Καί οἱ εὐχές πολλές καί διάφορες.

-Συγχαρητήρια! Καλή σταδιοδρομία!

-Σοῦ εὔχομαι πάντα εὐφροσύνη νά ἔχεις στή ζωή σου.

-Στίς χαρές σου!

Μιά παλαιά συμμαθήτριά της στό Γυμνάσιο καί τώρα φοιτήτρια τῆς Ἰατρικῆς, ἡ εὐθυμία, τῆς ἔδωσε μιά διαφορετική εὐχή.

-Σοῦ εὔχομαι, Εὐφροσύνη μου, καλή ψυχή!

Θύελλα διαμαρτυριῶν ξεσήκωσε ἡ εὐχή.

-Τί εἶπες, Εὐθυμία; Τρελλάθηκες; Καλή ψυχή σέ μιά κοπέλα εἰκοσιπέντε χρόνων; Θεός φυλάξοι.

-Τήν πείραξε φαίνεται ἡ ζέστη τήν Εὐθυμία, εἶπε κάποιος.

-Μά δέν ἔχει ζέστη!

-Ἴσως μέθυσε ἀπό τό λίγο κρασί πού ἤπιε.

Ἡ Εὐθυμία ἄκουσε ἀτάραχη τί διαμαρτυρίες καί, ὅταν σταμάτησε ὁ θόρυβος, πῆρε τό λόγο.

-Ἀκοῦστε, φίλοι μου! Σᾶς βεβαιώνω πώς οὔτε μέθυσα, οὔτε τρελλάθηκα. Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἔχω σώας τάς φρένας μου καί ξέρω τί λέω. Γνωρίζουμε ὅλοι ὅτι διφυής εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἀποτελεῖται ἀπό σῶμα καί ψυχή. Τό σῶμα εἶναι θνητό, ἡ ψυχή ἀθάνατη. Τό ἀθάνατο φυσικά ἔχει πολύ μεγαλύτερη ἀξία ἀπό τό θνητό. Γι᾿ αὐτό ὁ Χριστός ἐδίδαξε «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐάν κερδήσῃ τόν κόσμον ὅλον καί ζημιωθῇ τήν ψυχήν αὐτοῦ; ἤ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μάρκ. 8, 36-37)

Ἀκούγοντας κάποιος τήν εὐχή «καλή ψυχή» αἰθάνεται ἄσχημα. Πηγαίνει ὁ νοῦς του στό θάνατο. «Καλή ψυχή νά παραδώσει στό Θεό». Δέν ἔχει ὅμως μόνο αὐτό τό νόημα ἡ εὐχή. Τήν καλή ψυχή δέν τή χρειαζόμαστε μόνο γιά τήν ὥρα τοῦ θανάτου, ἀλλά γιά ὅλα τά χρόνια τῆς ζωῆς μας. Κι ἔχει καλή ψυχή ἐκεῖνος πού φροντίζει νά τήν στολίζει μέ ὅλες τίς χριστιανικές ἀρετές. Τήν ἀγάπη, τήν πραότητα, τήν εὐγένεια, τήν ὑπομονή. Αὐτή ἡ ψυχή εἶναι ἀρεστή στό Θεό, ἀλλά καί στούς ἀνθρώπους. Μιά τέτοια ψυχή εὐχήθηκα νά ἔχει ἠ Εὐφροσύνη. Καί πρόσθεσε:

-Ζητῶ συγνώμη ἀπ᾿ αὐτούς πού ἐνοχλήθηκαν. Δέν ἀνακαλῶ ὅμως τήν εὐχή μου. Ἀντίθέτως τήν ἐπαναλαμβάνω καί τήν προσαυξάνω. Εὔχομαι καί στήν Εὐφροσύνη καί σέ ὅλους τούς παρευρισκομένους, μεγάλους καί μικρούς, καλή ψυχή!
πηγη.agia zoni

Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

Ο Μανώλης Ανδρόνικος για τους νέους (1967)

Ο Μανώλης Ανδρόνικος για τους νέους (1967)

   

Η γενιά του 1950 πείνασε και αγωνίστηκε μέχρι να ορθοποδήσει ...και είναι αλήθεια ότι στερήθηκε πολλά,αλλά είχε στην ψυχή της την ελπίδα...το όραμα για κάτι το καλύτερο !
* Η σημερινή γενιά έχασε την ελπίδα ή τουλάχιστον την έσβησαν και την αφαίρεσαν απ΄αυτήν κι αυτό είναι το πιο τραγικό...
Και με ρωτάει ο 15ντάχρονος "πώς θα πορευτούμε" ; Και του απαντώ με θάρρος και πίστη και ελπίδα !
Και θα του θυμίσω τα λόγια της ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ του Μανόλη Ανδρόνικου στην εφημερίδα ΒΗΜΑ τον Μάιο του Ι967. Εκεί μεταξύ των άλλων γράφει :
«Όταν βλέπω τα μάτια των νέων καρφωμένα επάνω μου, νιώθω πως βυθίζονται στα έγκατα της ψυχής μου για να ανασύρουν από κει ό,τι έχει μαζευτεί χρόνια τώρα. Αγάπη και κακίες, γνώσεις και όνειρα, ελπίδες και φόβοι. Με ερευνούν και με ελέγχουν και προσδοκούν να πάρουν κουράγιο, για τον δικό τους δρόμο. Τι να τους μαρτυρήσω; Είναι στιγμές που είμαι έτοιμος να τους πω πόσο κουραστήκαμε η γενιά μου, ποια γενιά ; Ας πούμε η γενιά του 40.
 
Πόσο πολύ πιστέψαμε το φως μέσα στο σκοτάδι και πόσο λίγο ήταν το ψωμί που έθρεψε το κορμί μας στην πρώτη του νιότη. Πόσο ζαλισμένοι ξυπνήσαμε την αυγή της Λευτεριάς για να ψηλαφίσουμε το χώμα και τη θάλασσα, να χτίσουμε ένα σπίτι, να βρούμε μια γυναίκα, να πάρουμε αυτό που λέμε το δρόμο της ζωής. Ποιος μπορεί να πει τι κάναμε, τι πήραμε και τι δώσαμε;
 
Μας βλέπουν τα νεανικά μάτια ερωτηματικά. Θέλουν να τους θυμίσουμε πως ύψωναν τα παιδιά τα χέρια τους στον περίεργο χαιρετισμό του φασισμού…πως έκλαψαν τον Φρεντερίκο Γκαρθία Λόρκα.
 
Ο Σαγγάριος ήταν το πρώτο μας παραμύθι, μαζί ,ε τη φωτιά της Σμύρνης και τους Τσέτες. Δεν είναι γνωστή στα παιδιά μας η λέξη «πρόσφυγας»και του αϊτού ο γιος» δεν τους λέει τίποτα. ΚιΑΝ δουν σε κάποιο μουσείο ένα μαύρο δίκοχο δε θα δακρύσουν, αφού δεν έχουν δει τη μορφή εκείνου που το φορούσε.
 
Τα παιδιά μας δεν είδαν το κίτρινο πεντάλφα των Εβραίων, δεν έχασαν τους φίλους τους στο κρεματόριο. η αγαπημένη τους Ραχήλ δεν έγινε σαπούνι. Όλ’ αυτά δε γίνονται τραγούδι, ούτε θέατρο, ούτε βιβλία. Έχουν γίνει πίκρα μέσα στις καρδιές μας και γεννούν κακούς εφιάλτες τις νύχτες. Στα παιδιά μας μπορούμε να πούμε μονάχα : πεινάσαμε, πονέσαμε, ελπίσαμε. Τώρα ζούμε, τώρα περάσαμε πέρα από την ελπίδα…
 
Τα μάτια των παιδιών μας ρωτούν. Μπορούμε να ελπίζουμε, μπορούμε να ζήσουμε ;Τι να τους πούμε; Αφού εμείς ζήσαμε και ζούμε, αφού είμαστε ακόμα όρθιοι και κάνουμε όνειρα, θα πεί πως μπορείτε κάτι παραπάνω, πως πρέπει να ζήσετε και να ελπίζετε και να κάνετε όνειρα.ΑΝ δεν είναι καυτός ο ήλιος της χαράς σας, είναι όμως ήλιος, το σκοτάδι το περάσαμε εμείς, εσείς στεκόσαστε γερά στα πόδια σας, τα μάτια σας βλέπουν μπροστά, οι αρμοί σας είναι γεροί για να χορέψετε, να κάνετε έρωτα, να χτίσετε σπίτια, για να σας φέρουν στο φεγγάρι.
 
Τα μάτια των παιδιών μας κατηγορούν : Για την κακία που βλέπον γύρω τους, για τις αδυναμίες μας , για την απιστία μας, για την υποκρισία μας. Και τα μάτια των παιδιών είναι καθαρά, φωτεινά, έτσι ήταν και τα δικά μας μάτια , έτσι είναι και τώρα όταν μείνουμε μονάχοι στο σκοτάδι και ονειρευόμαστε, έτσι θέλουμε να είναι όλα τα μάτια κι όλες οι καρδιές των ανθρώπων.
 
Είμαστε λιγότεροι κακοί απ’ όσο μας νομίζουν τα παιδιά μας, είμαστε όμως αδύναμοι. Χρειάστηκαν να ξοδέψουμε τις δυνάμεις μας, όλες μαζί, σε μια μέρα ή σ’ ένα χρόνο, ποιος είχε καιρό να μετράει τότε τις στιγμές. Η Λευτεριά ζητούσε αίμα και πόνο και της τα προσφέραμε αφειδώλευτα, το σκοτάδι ζητούσε φως και το πήραμε από τα δικά μας μάτια, οι άνθρωποι ζητούσαν ψωμί κι ελπίδα και τα σκορπίσαμε όπου βρισκόμασταν. Δουλεύαμε για το μέλλον του ανθρώπου, της πατρίδας, της γης, δε νοιαζόμασταν για το δικό μας μέλλον.
 
Μπροστά στα εξεταστικά μάτια των παιδιών αισθανόμαστε συχνά ντροπιασμένοι, γιατί και κείνα και μεις πιστέψαμε πως είχαμε ξεπεράσει την ανθρώπινη μοίρα , πως αποκαθαρθήκαμε μέσα στην πυρά της δοκιμασίας από τις μικρότητες και της αδυναμίες της ζωικής μας φύσης. Και μας είναι οδυνηρή η αποκάλυψη πως μείναμε άνθρωποι, με έγνοιες και φροντίδες ασήμαντες, με εγωισμούς και ματαιοδοξίες απροσδόκητες.
 
Δεν είναι ανάγκη να απολογηθούμε, φτάνει μονάχα η εξομολόγηση. Και φτάνει μονάχα η αγάπη προς τα παιδιά μας, για να τους πείσει πως κάποτε μας αδικούν. Πως δεν τους ωφελεί να παίρνουν μονάχα τη θέση του κατήγορου, έτοιμοι να κεραυνώσουν τους αμαρτωλούς, γιατί μια τέτοια στάση μαρτυρεί πολύν εγωισμό, κάποτε αδικαιολόγητο.
 
Πιστεύουν πως εκείνοι είναι καλύτεροί μας, αυτό πιστεύουμε κι εμείς. Ξέρουν πως κάναμε λιγότερα απ’ όσα μπορούσαμε , το ξέρουμε και λυπόμαστε γι’ αυτό. Νιώθουν ότι δεν είμαστε όσο θα ήθελαν ειλικρινείς απέναντι τους κι απέναντι στον εαυτό μας, καταλαβαίνουμε το αίσθημά τους αυτό.
 
Η γενιά μας, ας πούμε η γενιά του 40…δεν είχε προλάβει να κρίνει τους πατέρες της, γιατί πλήρωναν με το αίμα τους πατρικούς λογαριασμούς, δεν είχαν προλάβει να σκεφτούν το μέλλον τους, γιατί είχαν να πολεμήσουν με το τουφέκι στο χέρι γι αυτό, δεν είχαν προλάβει να τραγουδήσουν παρά τραγούδια ηρωικά και πένθιμα, δεν είχα προλάβει να αγαπήσουν τίποτα άλλο από τον άνθρωπο, τη Λευτεριά και το Θάνατο.
 
Ποιος μπορεί να πει τι κάναμε, τι πήραμε , τι δώσαμε η γενιά μας; Ένα μονάχα μπορούμε να πούμε : Πολύ αγαπήσαμε ,πολύ πονέσαμε και πολλά ελπίσαμε. Κι ελπίζουμε, γιατί μάθαμε να μην απελπιζόμαστε μπροστά σε τίποτα.


Στον Μανόλη Ανδρόνικο, με πολύ σεβασμό ξαναθυμίζω το θαυμάσιο λόγο του, τη μικρή εξομολόγησή του προς τους νέους !
 
 Πηγή : Όπου γης

Κυριακή 24 Μαΐου 2015

Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακης των Πατέρων της Α΄ Οικ. Συνόδου

Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακης των Πατέρων της Α΄ Οικ. Συνόδου, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά


Ομιλία στο ευαγγέλιο της Κυριακης των Πατέρων της Α΄ Οικ. Συνόδου, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α΄ ΟΙΚ. ΣΥΝΟΔΟΥ
(Ἰω. 17, 1-13)
Ο  ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ
1. Μικρή κάθε θυσία
Γιατί τιμᾶμε τά λείψανα τῶν ἁγίων μαρτύρων;

Ὅλο τό μυστικό νόημα τῆς ἀξίας τῶν ἁγίων καί τῶν λειψάνων τους, εἶναι ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί πίστεψαν σοβαρά στό ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν πίστη τους, γράφτηκε στό αἷμα τους, στό σῶμα τους, στά κόκκαλά τους. Καί προπαντός ἐγράφτηκε στήν ψυχή τους μέσα, γιατί τό ἀγάπησαν μέ ὅλη τους τή δύναμη. Καί δέν ἐδίστασαν γιά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ νά θυσιάσουν καί τή ζωή τους. Καί ὅποιος ἄνθρωπος πιστεύει στό Χριστό, θυσιάζει κάτι ἀπό τή ζωή του, γιά νά μή χωρίζεται ἀπό τόν Χριστό.
   Νηστεύει, κάνει προσευχές, κάνει ἐλεημοσύνες, ὑποτάσσεται καί ἀποδέχεται τούς νόμους καί τούς θεσμούς τῆς ἐκκλησίας καί προσπαθεῖ νά συμμορφωθεῖ μ’ αὐτούς.
   Βέβαια ὅποια θυσία καί νά κάνομε γιά τόν Χριστό εἶναι μικρή. Γιατί εἶναι ὁ Κύριος τῆς δόξης ὅπως τό διακήρυξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού σήμερα ἐπιτελοῦμε τή μνήμη τους.
   Ἀλλά ἄς ἀναφέρομε κάποια περιστατικά ἀπό τήν Ἁγία Γραφή πού τονίζουν αὐτή τήν ἀλήθεια. Ποῦ δείχνουν, τί σημαίνει τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ.
2. Ἡ φλεγομένη βάτος
Γράφει ἡ Ἁγία Γραφή: Μιά ἡμέρα περπατοῦσε ὁ Μωυσῆς στήν ἔρημο. Καί ξαφνικά βλέπει μπροστά του ἕνα παράξενο πράγμα. Μιά φωτιά βγαίνει μέσα ἀπό ἕνα βάτο. Ἡ φωτιά συνεχῶς θεριεύει, καίει, καί τό βάτο μένει καταπράσινο. Καίει ἡ φωτιά, τό βάτο δέν καίγεται. Τί παράξενο πράγμα! Μά γίνονται αὐτά τά πράγματα; Φυσικά ὄχι. Πλησιάζει νά δεῖ καί ἀκούει μέσα ἀπό τό βάτο τόν Θεό τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό νά τοῦ λέει:
   -Μωυσῆ, μήν πλησιάζεις ἐδῶ. Ὁ τόπος πού γίνεται αὐτό τό θαῦμα εἶναι ἅγιος καί ἱερός. Βγάλε τά παπούτσια σου γιά νά πατήσεις καί νά ρθεῖς πιό κοντά.
   Ἔχομε ἐδῶ ἕνα θαῦμα. Ἐφανέρωσε, ἄφησε τό ὄνομά του, τήν παρουσία του, γιά δυό λεπτά ὁ Θεός τῆς δόξης. Τό βάτο καιγόταν χωρίς νά κατακαίγεται. Γίνονται αὐτά τά πράγματα; Μέ φυσικούς νόμους ὄχι. Μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἔγινε.
Μήπως τρελλάθηκε ὁ Μωυσῆς καί ἔβλεπε τό βάτο νά καίγεται χωρίς νά κατακαίγεται; Οἱ τρελλοί, δέν ἀντέχουν κανένα. Ὁ Μωυσῆς, ἄντεχε σαράντα χρόνια τούς Ἑβραίους, νά τοῦ ψήνουν τό ψάρι στά χείλη. Καί εἶχε τέτοια πραότητα καί εἰρήνη καί ὑπομονή, πού μόνο ἄνθρωποι μέ σιδερένια νεῦρα τήν ἔχουν. Καί διατηροῦσε πάντοτε βαθιά καλωσύνη.
3. Ὁ ἥλιος εἶδε τόν βυθό
   Δεύτερο παράδειγμα: Εἶπε ὁ Θεός εἰς τόν Μωυσῆ:
-Χτύπησε μέ τό ραβδί σου τήν θάλασσα καί θά γίνει ξηρά. Καί θά περάσετε ἀπέναντι καί θά γλυτώσετε ἀπό τόν Φαραώ πού ἔρχεται ἀπό πίσω σας νά σᾶς σφάξει.
Ἔκανε ὑπακοή ὁ Μωυσῆς, χτύπησε μέ τό ραβδί του τήν Ἐρυθρά θάλασσα καί ἡ θάλασσα ἄνοιξε. Εἶπε ὁ Θεός νά φύγει τό νερό ἀπό τόν πάτο τῆς θάλασσας γιά νά περάσει ὁ λαός του, νά σωθεῖ. Καί τί ἔγινε; Τό νερό ἔφυγε. Πόσους αἰῶνες μαλάκωνε ὁ πάτος τῆς θάλασσας; Πόσο νερό ἔπρεπε νά ἔχει ρουφήξει; Μέχρι ποῦ νά ἔχει φτάσει; Πόσους μῆνες λιακάδα χρειαζόταν γιά νά στεγνώσει;
   Καί πέρασαν τήν Ἐρυθρά Θάλασσα οἱ Ἑβραῖοι χωρίς νά πάρουν ὑγρασία τά πόδια τους. Γιατί δέν εἶχε μείνει στόν πάτο τῆς θάλασσας οὔτε ἴχνος ὑγρασίας, ἐπειδή ἔτσι τό θέλησε ὁ Κύριος τῆς δόξης. Ἐκεῖνο πού δέν θά ἔκανε ἡ θάλασσα ἐάν ἔκαιγε μέσα της  ἕνα καμίνι, μέ τί βαθμούς; Πεντακόσιους νά ἦταν; Μέ χίλιους βαθμούς; Πού νά ἐκαιγε μιά ἡμέρα, μιά βδομάδα ἤ καί περισσότερο, ἔγινε γιά μιά στιγμή γιατί τό θέλησε ὁ Θεός.
4. Τά ροῦχα πού θεραπεύουν
   Ἄλλο θαῦμα: Ἦλθε ὁ Χριστός στόν κόσμο καί φόραγε ὅπως φορᾶμε ὅλοι μας, ροῦχα. Καί ἐπειδή τά ροῦχα ἀκουμποῦσαν ἐπάνω του, εἶπε μιά γυναίκα αἱμορροούσα: «Αὐτός εἶναι ὁ Κύριος τῆς δόξης, χρειάζεται νά  τοῦ παρουσιαστῶ; Νά τοῦ ἀναφερθῶ; Χρειάζεται μήπως νά κάνω τίποτε ἄλλο; Χρειάζεται ἐκεῖνος νά μέ σταυρώσει, γιά νά γίνω καλά; Θά πάω μόνο ἀπό πίσω καί θά ἀκουμπήσω τό ροῦχο του».
Πῆγε καί ἴσα πού ἀκούμπησε μέ τό δαχτυλάκι της, τό ροῦχο του καί ἀμέσως ἔγινε καλά. Γιατί ἀδελφοί;
   Γιατί τό ροῦχο αὐτό ἀκουμποῦσε πάνω στὀν Θεό τῆς δόξης.
Γιατί πάλι λέμε, ὅτι τό μεγαλύτερο ὅπλο ἐναντίον τοῦ διαβόλου εἶναι ὁ Σταυρός; Γιατί στό Σταυρό καρφώθηκε ὁ Χριστός καί ἔρρευσε τό αἷμα του ἐπάνω στό Σταυρό. Καί ἔγινε, ἐπειδή ὁ Χριστός σταυρώθηκε γιά μᾶς τό μεγαλύτερο ὅπλο μας ἐναντίον ὅλων τῶν κακῶν δυνάμεων καί τοῦ διαβόλου. Καί τό ὅπλο τῆς εὐλογίας καί τοῦ ἁγιασμοῦ.
Ὅταν θέλει ὁ παπάς νά εὐλογήσει ἕνα Σταυρό κάνει. Ἤ μέ τό χέρι του ἤ μέ τό Σταυρό ἤ ὅπως καί ἄν θέλει. Ὅτι εὐλογία καί ἄν θέλει νά δώσει ἕνα Σταυρό φτειάχνει.
5. Χαρίζει τό φῶς
   Θυμᾶστε τήν περασμένη Κυριακή τό Εὐαγγέλιο; Πῆγε ὁ Χριστός καί βρῆκε ἕναν ἐκ γενετῆς τυφλό. Πράγμα τό ὁποῖο σημαίνει δέν εἶχε μάτια. Εἶχε γεννηθεῖ χωρίς μάτια. Καί ὁ Χριστός τί ἔκανε; Ἔφτυσε στή γῆ ἔφτειαξε λάσπη μέ τό φτύσμα του καί τοῦ κόλλησε τήν λάσπη ἀπάνω στά μάτια του. Τόν ἐπέχρισε. Τοῦ ἔβαλε λάσπη στά μάτια. Ἐμεῖς ὅταν θέλομε νά ποῦμε κάτι γιά κακό, λέμε «Λάσπη στά μάτια τοὔβαλε». Ὁ Χριστός τοὔβαλε λάσπη στά μάτια καί τοῦ εἶπε «πήγαινε πλύσου».
Μόλις πλύθηκε ἄνοιξαν τά μάτια του, ὄχι μόνο τοῦ σώματος, ἀλλά καί τά μάτια τῆς ψυχῆς. Εἶδε ὅλη τήν ὀμορφιά τοῦ κόσμου, καί εἶδε ὄχι μόνο τήν ὀμορφιά τοῦ κόσμου ἀλλά καί τήν ὀμορφιά τοῦ Κυρίου τοῦ κόσμου. Εἶδε τήν καλωσύνη καί τήν ἀγαθότητα καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τῆς δόξης, πού εἶχε γίνει ἄνθρωπος καί ἦλθε στόν κόσμο γιά μᾶς. Γιά νά καταλάβομε ἀπό τήν δική του ἀγάπη, ποιό εἶναι τό μυστικό πού πρέπει νά ἑνώσει καί νά ἑνώνει τούς ἀνθρώπους: Ἡ ἀγάπη καί ἡ καλωσύνη.
6. Νεκροί ἐγείρονται
   Ἕνα τρίτο περιστατικό. Πῆγε ὁ Χριστός σ’ ἕνα τάφο. Τέσσερες μέρες ἦταν μέσα πεθαμένος ὁ ἄνθρωπος καί βρωμοῦσε. Τό ἔλεγαν ὅλοι. Ἀκόμη καί οἱ δικοί του ἔλεγαν ὅτι βρωμοῦσε πιά. Δηλαδή εἶχε πάθει ἀποσύνθεση.
   Στάθηκε ὁ Χριστός καί λέει:
-Ἀνοῖχτε τόν τάφο.
-Μά πῶς; Ἀφοῦ βρωμάει.
-Ἀνοῖχτε.
Τόν ἄνοιξαν καί εἶδαν ὅλοι τόν πεθαμένο στήν κατάσταση πού ἦταν. Φώναξε ὁ Χριστός:
-Λάζαρε, δεῦρο ἔξω.
Καί ὁ Λάζαρος σηκώθηκε γιά νά βγεῖ ἔξω, καί βγῆκε ἔξω. Πῶς βγῆκε; Οἱ Ἑβραῖοι τύλιγαν τούς πεθαμένους, ὅπως τύλιγαν τίς παλαιότερες ἐποχές οἱ μητέρες τά μωρά, μέ τή φασκιά. Μποροῦσε νά κουνήσει χέρι καί πόδι τό παιδί, ὅταν ἦταν τυλιγμένο μέ τήν φασκιά; Τίποτα. Ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος τυλιγμένος μέ τέτοια ζουνάρια, ἔμενε ἀκίνητος. Πῶς περπάτησε ὁ Λάζαρος; Πῶς σηκώθηκε ὁ τετραήμερος; Πῶς βγῆκε ἔξω; Γιατί βγῆκε ἔξω σέ αὐτή τήν κατάσταση; Γιατί δέν ἦταν δυνατόν νά μήν κάνει ὑπακοή σ’ ἐκεῖνον πού διέταζε.
Εἶπε ὁ Χριστός:
-Τώρα λύστε τον, νά περπατήσει καί μέ τά δικά του πόδια. Ἀφεῖστε τον νά περπατήσει μέ τά δικά του πόδια. Τόν ἔλυσαν καί περπάτησε μόνος του.
7. Ἡ πιό δυνατή φωνή
Αὐτή εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο. Μήπως «θέλει πολύ» ὁ Χριστός, γιά νά ἔχει μιά ἔνδοξη παρουσία; Φράζεται πουθενά ὁ παντοδύναμος Θεός; Εἶναι δυνατόν νά τό φαντασθεῖ κανείς; Καί ἄν τό φαντάζεται, ἔχει τήν πίστη τή σωστή; Δέν τήν ἔχει.
Ἀλλά ἄς δοῦμε, ποιό εἶναι τό μεγαλύτερο γεγονός πού μᾶς δείχνει τήν δόξα τοῦ Κυρίου.
Κατέβηκε ὁ ἄγγελος, πῆγε στή Ναζαρέτ καί βρῆκε τήν ἁγία Θεοτόκο. Τῆς εἶπε:
-Θά γεννήσεις τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί τόν σωτήρα τοῦ κόσμου.
Λέει ἡ Παναγία:
-Μά πῶς θά γίνει αὐτό; Ἐγώ ὑποσχέθηκα στό Θεό παρθενία. Ἀφιερώθηκα στόν Θεό. Εἶπα: «γιά τήν δόξα του καί γιά τήν ψυχή μου, δέν θά παντρευτῶ ποτέ». Πῶς τώρα θά παντρευτῶ; Θά παραβῶ καί τόν ὅρκο μου;
Λέει ὁ ἄγγελος:
-Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ. Θά ρθεῖ Ἅγιο Πνεῦμα ἐπάνω σου. Καί χωρίς νά παντρευτεῖς καί χωρίς νά συνευρεθεῖς μέ ἄνδρα θά γεννήσεις τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ καί λυτρωτή τοῦ κόσμου.
Τό πίστευσε, ἡ Παναγία τό ἐδέχθη, γιατί ἦταν φωνή τοῦ Θεοῦ.
Καί αὐτοστιγμεί, ὅταν ἔφυγε ὁ ἄγγελος, ξεκίνησε νά πάει νά χαιρετήσει τήν Ἐλισάβετ τήν σύζυγο τοῦ Ζαχαρία. Γιατί τῆς εἶπε ὁ ἄγγελος: «εἶναι ἔγκυος ἡ Ἐλισάβετ, θά γεννήσει γυιό». Καί ἡ Παναγία περπατώντας κάποια ἡμέρα ἤ δύο ἤ τρεῖς, ἔφτασε στό σπίτι τῆς Ἐλισάβετ. Καταλαβαίνει ποτέ γυναίκα δυό ἡμέρες μετά ἀπό τήν σύλληψη, ὅτι ἔχει παιδί στήν κοιλιά της; Δέν τό καταλαβαίνει. Τό καταλάβαινε ἡ Παναγία; Ὄχι!
Ὁ Πρόδρομος, μέσ’ στήν κοιλιά τῆς Ἐλισάβετ, ἕξι μηνῶν ἦταν, τό κατάλαβε. Γιατί ἦταν πλήρης Πνεύματος Ἁγίου, ὅπως τὄχε πεῖ ὁ Θεός, ἀπό τήν κοιλιά τῆς μητέρας του.
Ἀπό ποῦ τό κατάλαβε; Ἀπό τόν ἦχο τῆς φωνῆς τῆς Παναγίας.
Μά τί εἶναι αὐτά τά πράγματα πού λέμε; Στέκουν;
Ναί. Γιατί ἀπό τήν στιγμή πού μπῆκε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός, μέσα στήν κοιλιά τῆς Παναγίας, ὁ ἦχος τῆς φωνῆς της ἔγινε τέτοιος, πού τόν ἄκουγαν οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἅγιοι πού εἶχαν Πνεῦμα Ἅγιο καί καταλάβαιναν περί τίνος ἐπρόκειτο. Εἶπε ἡ Ἐλισάβετ στήν Παναγία:
-Εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξί καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου. Εἶσαι ἡ πιό δοξασμένη γυναίκα στόν κόσμο. Ὅλος ὁ κόσμος θά δοξάζει καί θά εὐλογεῖ τόν καρπό τῆς κοιλίας σου. Καί ἀπό ποῦ τό κατάλαβα; Ὡς ἐγένετο ἡ φωνή τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τά ὦτα μου, μόλις ἄκουσα, λέει, καί ἦρθε στ΄ αὐτιά μου ὁ ἦχος τῆς φωνῆς σου, ἐσκίρτησε τό βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει, ἐν τῇ κοιλίᾳ μου.
Χοροπήδησε ὁ Πρόδρομος μέσ’ στήν κοιλιά τῆς Ἐλισάβετ πού αἰσθάνθηκε τόν Χριστό δίπλα του. Γιατί; Γιατί ἦταν σωστά τοποθετημένος ἀπέναντί Του. Ἤξερε, τὄχε καταλάβει ἀπό αὐτή τήν ἡλικία ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Θεός τῆς δόξης, ὁ σωτήρας καί λυτρωτής τοῦ κόσμου.
Αὐτό τό φρόνημα ὑπῆρχε στήν ψυχή του, καί στήν ψυχή τῆς Παναγίας καί τῆς Ἐλισάβετ. Ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ.
Γι' αὐτό προφήτευσε ὁ Πρόδρομος μέσα ἀπό τήν κοιλιά τῆς μάνας του, γι' αὐτό προφήτευσε ἡ Ἐλισάβετ. Προφήτευσαν, γιατί μέσα τους ἐγράφη τό ὄνομα «ὁ Θεός τῆς δόξης». «Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὁ Θεός τῆς δόξης πού ἔγινε ἄνθρωπος γιά μᾶς».
8. Τό δίδαγμα τῶν θαυμάτων
Καί ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ ἐν Βουνένοις, στρατιώτης ἦταν, τό ἴδιο μαρτυρεῖ. Μάχεται ὁ ἅγιος, κάνει πόλεμο. Καί μέσα στόν πόλεμο βλέπει μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς του καί λέγει: «ποῦ πᾶμε τελικά; Ζοῦμε αὔριο, ἤ δέν ζοῦμε. Καί ἄν ζοῦμε, πῶς φεύγομε ἀπό δῶ; Πῶς τοποθετούμεθα ἀπέναντι τοῦ Κυρίου τῆς δόξης. Πῶς ζῶ γιά τόν Χριστό, πού μόνο γι' αὐτόν πρέπει νά ζῶ; Γιατί αὐτός εἶναι ἡ ζωή τοῦ κόσμου. Ζωή δική μου καί ζωή τοῦ κόσμου, δέν εἶναι τό αἷμα μου καί ἡ ἀναπνοή μου, δέν εἶναι ἡ κίνηση τῆς καρδιᾶς μου. Ἡ ζωή τοῦ κόσμου εἶναι ὁ Χριστός».
Καί ἄφησε τόν πόλεμο καί πῆγε καί κάθησε σέ μιά σπηλιά στά Βούνενα τῆς Θεσσαλίας, γιά νά ζητήσει νά καταλάβει καλύτερα τόν Χριστό. Καί τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ γράφτηκε στή καρδιά του, στήν ψυχή του μέσα, τόν ἀγάπησε καί τόν πίστεψε. Ἀπό τήν ψυχή του πέρασε στό αἷμα του, στήν καρδιά του, στό σῶμα του καί στά κόκαλά του.
Γι' αὐτό ἀκριβῶς, εἴτε ἀκούει κανείς τήν διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς Θάλασσας, εἴτε ἀκούει τό θαῦμα ὅτι καιγόταν ἡ βάτος καί δέν κατακαιγόταν, εἴτε ἀκούει τό θαῦμα πώς ἡ αἱμορροούσα γυναίκα ἀκούμπησε τό ροῦχο τοῦ Χριστοῦ καί ἔγινε καλά, εἴτε ἀκούει διάφορα ὑπερφυσικά γεγονότα, θαύματα τῶν ἁγίων σέ διάφορες γεννεές, ἕνα διαπιστώνει καί ἕνα καταλαβαίνει: ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Θεός τῆς δόξης. Καί τό ὄνομά του, ὅπου καί ἄν ἀκούγεται, δίνει ζωή καί ὑγεία. Ζωή καί ὑγεία σωματική, ζωή καί ὑγεία ψυχική.
Θυμᾶστε τόν ἀπόστολο Πέτρο; Βρῆκε τόν παράλυτο μπροστά του ὅταν πήγαινε στήν Ἐκκλησία, ἅπλωσε κεῖνος τό χέρι του καί γύρευε δεκαρούλες, ἐλεημοσύνη, κάποιο κομματάκι ψωμί γιά τήν κοιλιά του. Τοῦ λέει ὁ ἀπόστολος Πέτρος:
-Δέν ἔχω χρήματα, ἀλλά ἔχω κάτι μεγαλύτερο. Εἰς τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ σήκω καί περπάτα.
Ἀμέσως, σηκώθηκε ὁ παράλυτος καί χοροπηδοῦσε σάν νά ἦταν παλληκάρι δεκαοκτώ χρονῶν. Καί μόνον αὐτό; Ἔγινε κήρυκας καί ὁμολογητής τῆς πίστεως.
Ὅταν προσκυνοῦμε τά ἱερά λείψανα τῶν ἁγίων μποροῦμε νά τούς παρακαλοῦμε γιά ὅ,τι καλό θέλομε. Εἴθε νά μᾶς εἰσακούουν. Καί μέ τίς πρεσβεῖες τους, νά γεμίζει ὁ Χριστός τή ζωή μας μέ τήν εὐλογία του. Προπαντός ὅμως ἄς παρακαλέσομε τόν Χριστό καί ἄς τοῦ ποῦμε: «ἀξίωσέ με Χριστέ μου νά σέ καταλάβω, νά καταλάβω τή δύναμή σου καί τή χάρη σου καί τό ἔλεός σου καί τήν ἀγάπη σου. Γιά νά γίνω καί ἐγώ τόπος τῆς κατοικίας σου. Γιά νά γίνω καί ἐγώ ἀληθινός πιστός σου». Ἀμήν.-
 Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,

ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία. Ἔγινε στή Βίγλα στίς 8/6/2003
πηγη.zoiforos